Σάββατο 1 Αυγούστου 2020


ΝΙΚΟΣ ΠΡΕΣΣΑΣ:
Αναδρομική της κίνησης και του χρώματος

Βασίλειος  Χριστόπουλος


Μια σημαντική έκθεση ζωγραφικής βρίσκεται σε εξέλιξη στο χώρο του ΠΟΛΥΕΔΡΟΥ. Με τον τίτλο «Αναδρομή» παρουσιάζονται (από 3 Ιουλίου και τα μέσα Αυγούστου 2020) 50 έργα του Νίκου Πρέσσα από την περίοδο του Παρισιού που δεν είχαν εκτεθεί στην Ελλάδα. Πρόκειται για την πιο ώριμη και δημιουργική καλλιτεχνική περίοδο του σημαντικού Πατρινού ζωγράφου.
Τότε που μέσα στην πρωτεύουσα του ευρωπαϊκού πολιτισμού συμμετείχε στα πρωτοποριακά ρεύματα της κινητικής και χειρονομιακής ζωγραφικής, ενός κινήματος που ξεκίνησε από τις ΗΠΑ, αλλά ωρίμασε και έγινε κλασσικό στην καρδιά της Ευρώπης.
Οι ζωγράφοι που εγκαινίασαν την νέα αντίληψη, ότι δηλαδή, τα εκφραστικά μέσα της ζωγραφικής χωρίς να αναπαριστάνουν κάτι γνωστό και οικείο, μπορούν να δημιουργήσουν εικόνες – σύμβολα με πολλαπλές σημασίες, ήταν ο Καντίνσκι, ο Μάλεβιτς και ο Μόντριαν. Δημιούργησαν λοιπόν μια ζωγραφική γλώσσα με συμβολικό χαρακτήρα, προέβαλλαν την υποκειμενικότητα του καλλιτέχνη και κατέθεσαν με τον τρόπο τους ο καθένας την κριτική του άποψη για τον κόσμο.Η ζωγραφική αυτή γλώσσα καλλιέργησε δύο αντιπροσωπευτικές εκδοχές:
Τον Αφηρημένο Εξπρεσιονισμό που παρουσιάστηκε στην Αμερική και έδωσε έμφαση στον αυθορμητισμό της έκφρασης.


Την χειρονομιακή (και κινητική) τέχνη που, όπως είπαμε, αν και ξεκίνησε από τις ΗΠΑ, ωρίμασε και έγινε κλασσική στην καρδιά της Ευρώπης.Αν τα έργα των εξπρεσιονιστών διακρίνονται για τις καθαρές χρωματικές αντιθέσεις, το δυναμισμό της φόρμας, τη δράση στην θεματολογία και εκφράζουν την ψυχή του δημιουργού στον ταραγμένο κόσμο που τον περιβάλει, η κίνηση και η χειρονομία κατά τη διαδικασία δημιουργίας του ζωγραφικού έργου, η γραμμή και το χρώμα σε κίνηση, εκφράζουν επί πρόσθετα τη βούλησή του να αλλάξει την τάξη του κόσμου .Τη δεκαετία του 1960, δημιουργείται και ο όρος «Οπ Άρτ» ο οποίος αναφέρεται σε οπτικές ψευδαισθήσεις που προκαλούνται σκόπιμα από τα εικαστικά έργα αλλά και το λυρικό κίνημα της Οπτικής Ποίησης στο οποίο θα αναφερθούμε στη συνέχεια.Ο Πατρινός ζωγράφος Νίκος Πρέσσας (1952) σπούδασε στην Α.Σ.Κ.Τ. της Αθήνας και συνέχισε στη Γαλλία όπου και έζησε μέχρι το 1995.(Ecole Nationale Supereure des Beaux Arts και Μaitrise d’ Esthetique στο Universite Paris I Pantheon-Sorbonne).Από την ηλικία των 14 μελέτησε και στην συνέχεια άσκησε την τέχνη της αγιογραφίας δίπλα στον πατέρα του Ανδρέα Πρέσσα και κατόπιν στα εργαστήρια του Κ. Ξυνοπουλου και του Γιώργου Μαυροείδη.Από το 1997 μέχρι το 2019 δίδαξε στο Πανεπιστήμιο Πατρών, στο Παιδαγωγικό Τμήμα Δημοτικής Εκπαίδευσης, Αισθητική Αγωγή. Επίσης δίδαξε ζωγραφική στο Εικαστικό Εργαστήρι του Δήμου Πατρέων, την χρονική περίοδο 2014-2017.
Όπως σημειώνει ο Δημήτρης Ζαχαράτος στο σημείωμα της έκθεσης του Ν. Πρέσσα,«Στη ζωγραφική της κίνησης και της χειρονομίας πέρα από το έργο καταγράφονται και οι παλμοί του καλλιτέχνη. Γίνεται στάλκερ για εμάς, τον παρακολουθούμε στιγμή τη στιγμή, βήμα το βήμα – αν και δεν είναι σίγουρος πού κατευθύνεται. Αλλά οπωσδήποτε θα μας πάει ως εκεί, για να μας εγκαταλείψει μονάχους μας στο τοπίο». Και συνεχίζει:«Θυμάμαι το Νίκο Πρέσσα να ζωγραφίζει, τον έχω παρακολουθήσει στις τελετές της χειρονομιακής ζωγραφικής, είδα πόσο δύσκολο είναι να αποφασίσει πότε να σταματήσει. Άλλοτε στριφογυρίζει γύρω από το τελάρο, άλλοτε στρέφει το ίδιο το τελάρο, άλλες φορές κάθεται και κεντάει χωρίς βιασύνη με τα κραγιόνια του σε μια άχρονη συνθήκη. Αόρατες πτυχώσεις μάτριξ που αναδύονται αλλά δεν μένουν πάντα εκεί, όπως και συ που δεν μπορείς να συγκεντρωθείς όσο θέλεις στον πίνακα, αλλά θα γυρίσεις, είσαι σίγουρος».
Ο Νίκος Πρέσσας από νεαρή ηλικία έδειξε το ασυμβίβαστο του χαρακτήρα του. Ο δρόμος της τέχνης ήταν η φυσική του στάση και έκφραση να τοποθετηθεί κριτικά στον κόσμο και στην σκληρή κοινωνία της κυνικότητας. Και ο προσωπικός του δρόμος στη διαρκή αναζήτηση για κάτι καθαρό και αυθεντικό.
Γι αυτό και είναι ενδιαφέρουσες, κάποιες και σαγηνευτικές, οι μεγάλες συνθέσεις που παρουσιάζει. Με ένταση της γραμμής, με χρωματική λιτότητα και ζωντανή την εναγώνια έρευνα προκειμένου να αποκαταστήσει την χαμένη τάξη του κόσμου.

Παρ’ ότι από νεαρή ηλικία μελέτησε και στη συνέχεια άσκησε τη βυζαντινή αγιογραφία, η προσωπική του έρευνα και αναζήτηση τον οδήγησαν στα σύγχρονα μοντέρνα κινήματα. Και αποφάσισε με τόλμη και θάρρος να συνομιλήσει και να αναμετρηθεί μαζί τους. Έτσι, έκανε την προσωπική του επανάσταση και τράβηξε το δικό του μοντέρνο ευρωπαϊκό δρόμο της συμβολικής ζωγραφικής. Και το έκανε με επιτυχία αν δούμε τις πολλές εκθέσεις του στη Γαλλική πρωτεύουσα (1984, 1986, 1992,1993).Είναι ενδιαφέρουσα η καλλιτεχνική πορεία των σημαντικών Πατρινών ζωγράφων αυτής της ηλικίας. Οι ομήλικοί του ζωγράφοι Γιώργος Μπογδανόπουλος (1951) και Κώστας Παπατριανταφυλλόπουλος (1951) παρά τις κοινές σπουδές στην ΑΣΚΤ (με τον Ν. Πρέσσα) οδηγήθηκαν, εξέφρασαν και συνεχίζουν να εκφράζουν μια ελληνικότροπη ζωγραφική, ψάχνοντας το ελληνικό και ιθαγενές ιδεώδες.Αντίθετα ο τέταρτος της γενιάς τους, ο Στάθης Χρυσικόπουλος (1945), που μαθήτευσε κοντά στο ζωγράφο Σπύρο Σώκαρη και σπούδασε στη Φλωρεντία (αρχιτεκτονική και ζωγραφική) εμπνεύστηκε και εκφράζει το κίνημα της Οπτικής Ποίησης: Μιας πιο λυρικής εκδοχής του κινήματος της συμβολικής ζωγραφικής.Στην πόλη μας δεν έχουμε την ευκαιρία να παρακολουθούμε συχνά τέτοιες εκθέσεις σε αριθμό πινάκων, θεματική και υψηλή ποιότητα.Οι 50 πίνακες χωροθετημένοι με την πείρα  της Όλγας Νικολοπούλου στον κλασσικό χώρο του Πολύεδρου, αναδεικνύουν ένα σημαντικό καλλιτεχνικό γεγονός και μια δημιουργική εποχή ενός δικού μας καλλιτέχνη. Ενός ζωγράφου με ευρωπαϊκή πορεία που, αν είχε παραμείνει στο Παρίσι (δεν είχε επιστρέψει δηλαδή  στην Πάτρα), θα είχε σίγουρα μια σημαντική διεθνή αναγνώριση στο κίνημα της συμβολικής ζωγραφικής.
Η έκθεση λειτουργεί ως 5 Αυγούστου

Τρίτη 12 Μαΐου 2020

ΤΟ ΕΡΓΟ ΤΕΧΝΗΣ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΕΙΝΑΙ
 ΑΡΙΣΤΕΡΟ ή ΔΕΞΙΟ;

του Βασίλειου Χριστόπουλου

Σκεπτόμενος Κατερίνα Χριστοπούλου

H κινητοποίηση των δημιουργών, που σε αυτήν τη δύσκολη εποχή αγνοούνται προκλητικά, βρίσκεται σε εξέλιξη. Καθώς όλες οι εκδηλώσεις του καλοκαιριού ματαιώνονται, οι καλλιτέχνες, κυρίως της μουσικής και του θεάτρου, βρίσκονται σε απόγνωση. Και κατά  συντριπτική πλειοψηφία εξεγείρονται κατά της ΥΠΠΟΑ Λ. Μενδώνη και της κυβέρνησης Μητσοτάκη.
Η  πλειοψηφία, με κάποιες, ως συνήθως, εξαιρέσεις: Π.χ. την Α. Πρωτοψάλτη και τον Δ. Σαββόπουλο που βολεύτηκαν επιλεκτικά: η πρώτη με κινούμενες συναυλίες σε φορτηγό  και ο δεύτερος με τη μετάδοση της παλιάς σειράς εκπομπών ΖΗΤΩ το ελληνικό τραγούδι.
Στη δυσμενή αυτή συγκυρία, πέραν των υγειονομικών μέτρων προστασίας που υπάρχει κάποια συναίνεση,  αναπτύσσεται  μια  πολιτική αντιπαράθεση που λαμβάνει έναν  έντονο κοινωνικό, ακόμη  και ταξικό χαρακτήρα.  Στην αντιπαράθεση αυτή πολλά επίδικα του παρελθόντος επανατίθενται για αναστοχασμό και επαναπροσδιορισμό:  θέματα  δημόσιας υγείας,  κοινωνίας, αλλά και πολιτισμού. 
Σε αυτήν λοιπόν τη συγκυρία (καθώς η ΑΟΡΤΗ  μας εμπλουτίζεται με κείμενα και απόψεις), αισθάνομαι την ανάγκη να θέσω ένα ερώτημα για τον πολιτισμό και να διατυπώσω μιαν απάντηση.
Το ερώτημα είναι: Στην καλλιτεχνική δημιουργία μπορεί να μπαίνει δεξιό ή αριστερό πρόσημο;  Το κάθε καλλιτεχνικό γεγονός μπορεί να χαρακτηρίζεται δεξιό ή αριστερό;
Τέλος οι  ίδιοι οι καλλιτέχνες, κατά πλειοψηφία έστω, πού να ανήκουν άραγε;  Στην   Αριστερά  ή μήπως στη Δεξιά;
Ο πολιτικός χώρος της Αριστεράς πάντα θεωρούσε πως με την τέχνη και τον πολιτισμό έχει  εκλεκτικές συγγένειες. Γι αυτό και συχνά κατηγορήθηκε πως αντιμετώπιζε τους καλλιτέχνες και την τέχνη τους με σκοπιμότητα και ιδιοτέλεια.
Ας δούμε σε μια γενική προσέγγιση ποια θέματα απασχολούν και από ποια εμπνέονται οι δημιουργοί. Θα μπορούσαμε να πούμε πως ο κάθε δημιουργικός καλλιτέχνης  εύρισκε και βρίσκει τα θέματα του στον άνθρωπο και στα πάθη του. (Βεβαίως και  στα μυστήρια της φύσης ή στα απρόβλεπτα των φυσικών φαινομένων).
Οι  ανθρωπιστικές αξίες που αναδεικνύει  μπορούν (κυρίως στις παλιότερες εποχές),  να πιστωθούν πολιτικά σε όλο το πολιτικό-ιδεολογικό  φάσμα. Από την (δημοκρατική) Αριστερά μέχρι τη (δημοκρατική) Δεξιά.
Στην Αριστερά πιστώνεται κατά κύριο λόγο οι αξίες του ανθρωπισμού, της  αλληλεγγύης προς τον αδύναμο, της κοινωνικής δικαιοσύνης και της δίκαιης κατανομής των υλικών αγαθών, της  συλλογικότητας – κοινότητας έναντι του ατόμου. Στη Δεξιά πιστώνονται άλλες αξίες: η ελευθερία του ατόμου, η ανάδειξη της ατομικότητάς του και των δημιουργικών δυνατοτήτων του, η χειραφέτησή του από την πίεση που του ασκεί η κοινότητα, οι  κοινωνικές δεσμεύσεις και  οι καταναγκασμοί.
Συνοπτικά, αν η Αριστερά προβάλει κατά κύριο λόγο τις αξίες της κοινωνικής δικαιοσύνης -συλλογικότητας - αλληλεγγύης, η Δεξιά προβάλει την ατομική  ελευθερία και την προσωπική ανάπτυξη του κάθε ανθρώπου.
Η τέχνη  σε παλιότερες εποχές μπορούσε να ακουμπήσει δημιουργικά και στις δυο αυτές ιδεολογίες και να υπηρετήσει τον άνθρωπο, τα πάθη του, τις αξίες του, να καλλιεργήσει την πνευματικότητά του.
Γι αυτό και η τέχνη, παρά τις ανθρώπινες προτιμήσεις και αδυναμίες των δημιουργών, πάντα βρισκόταν πάνω από τις ιδεολογικές και πολιτικές προτιμήσεις τους.
Ο δεξιός Ελύτης, ο συντηρητικός Σεφέρης, ο κομματικός Ρίτσος και ο αριστερός Βάρναλης στις εμπνευσμένες στιγμές της τέχνη τους δεν έκαναν αριστερή ή δεξιά ποίηση, αλλά μόνο ποίηση. Απλά υψηλή ποίηση.
Αν, λοιπόν, ο κάθε δημιουργός και καλλιτέχνης, επαγγελματίας ή ερασιτέχνης, μπορεί να έχει και έχει τις πολιτικές και ιδεολογικές του προτιμήσεις, η τέχνη του δεν έχει. Αν η τέχνη του χαρακτηρίζεται από εμφανή πολιτική μεροληψία τότε δεν είναι τέχνη, αλλά ενημερωτικό ή προπαγανδιστικό κείμενο.
Σε κρίσιμες ιστορικές στιγμές, βέβαια, όταν διακυβεύεται η πορεία μιας χώρας, όταν καταπατάται βάναυσα το δίκαιο, βλέπουμε τους πνευματικούς ανθρώπους να συστρατεύονται. Η ελληνική περίπτωση έχει δείξει πως τάσσονται στο πλευρό του αδύνατου, αυτού που καταπατούνται τα δικαιώματά του.
Γι αυτό η Ελληνική Αριστερά συνήθως είχε με τον πολιτισμό και τις τέχνες εκλεκτικές  σχέσεις. Γιατί για πολλά χρόνια ήταν εκτός των τειχών, υπό διωγμό και κυνηγημένη. Η συμπάθεια ακόμη και η στράτευση με την Αριστερά ήταν μια πράξη εκδήλωσης  αλληλεγγύης προς τον κυνηγημένο.
Έτσι  για χρόνια, παρά τα προβλήματα δογματισμού και σταλινισμού, η Αριστερά συγκέντρωνε στις τάξεις της ή στον περίγυρό της τους διαπρεπέστερους διανοούμενους των τεχνών και των γραμμάτων.
Σήμερα, όμως, κανένας δημιουργός -καλλιτέχνης δεν στρατεύεται με την Αριστερά από αλληλεγγύη. Τα τελευταία χρόνια η Αριστερά δεν είναι υπό διωγμό. Και μάλιστα την  πρόσφατη τετραετία  2015 – 2019 ήταν και κυβέρνηση.
Από την άλλη πλευρά  το πολιτικό και κοινωνικό τοπίο τα τελευταία χρόνια έχει ανατραπεί. Η οικονομική εξέλιξη του καπιταλισμού οδήγησε σε πρωτόγνωρες οικονομικές και πολιτικές ανατροπές. Ο παγκόσμιος και νεοφιλελεύθερος καπιταλισμός δεν προωθεί πια την ελευθερία του ατόμου, την ανάδειξη των δημιουργικών δυνατοτήτων του, την χειραφέτησή του από καταναγκασμούς και κρατικούς περιορισμούς. Δεν καλλιεργεί πνευματικότητα και ανθρωπιστικές αξίες.
Αντίθετα προβάλλει ως κυρίαρχα αγαθά μόνο οικονομικές αξίες: τον ακραίο καταναλωτισμό, τη σκληρή και απάνθρωπη ανταγωνιστικότητα για πλουτισμό, τον ακραίο και χυδαίο ατομοκεντρισμό. Και εσχάτως την απόλυτη πειθαρχία και τη στρατιωτική οργάνωση των κοινωνιών.
Η γνήσια καλλιτεχνική δημιουργία οδηγείται  στο περιθώριο και προωθούνται προπαγανδιστικές εκδοχές της, που υπηρετούν τις εκάστοτε πολιτικές εξουσίες.
Σ’ αυτό το νεοφιλελεύθερο μοντέλο, το “μπολιασμένο” εντέχνως και με στοιχεία διαπλοκής, κριτήρια επιτυχίας είναι οι δημόσιες σχέσεις με την εξουσία και η ενσωμάτωση στο σύστημα.
Ο κάθε δημιουργός βιώνει την ανασφάλεια και την αναξιοκρατία.  Τους τελευταίους δε μήνες με την πανδημία του κορονοϊού  βρίσκεται και άνεργος και παντελώς απροστάτευτος.  Η νέα φιλελεύθερη δεξιά φαίνεται πως τον αγνοεί και δεν τον εκφράζει πια, ούτε και αξιακά.
Ταυτόχρονα συνεχίζει να φοβάται και την αριστερά. Πρώτα τη δογματική σταλινική Αριστερά που αντιμετωπίζει τον Πολιτισμό με ιδιοτέλεια και πολιτική σκοπιμότητα. Καθώς  κάτω από την οπτική της  στρατευμένης τέχνης και του σοσιαλιστικού ρεαλισμού προσπαθεί να διαμορφώσει την δική της κάστα και ηγεμονία.
Μια μικρή παρένθεση: Εδώ στην Πάτρα της δημοτικής αρχής  Πελετίδη γνωρίσαμε  από πρώτο χέρι αυτήν την αντίληψη. Ο Δήμος (μέσα από τους πολιτιστικούς του θεσμούς) αγνοεί προκλητικά την πλούσια καλλιτεχνική παραγωγή της πόλης. Με εξαίρεση κάποια ελάχιστα γεγονότα που ελέγχει πολιτικά και κρίνει πως βρίσκονται μέσα στην «κομματική γραμμή»
Ταυτόχρονα, όμως, ο κάθε δημιουργός στέκεται και καχύποπτος απέναντι σε μια άλλη αντισταλινική Αριστερά, αυτήν του Γκράμσι. Που βλέπει την τέχνη ως πηγή συναίνεσης και υποταγής ή υποστήριξης της νέας ιδεολογίας. Που προωθεί τους δικούς της «οργανικούς διανοούμενους», δηλαδή τους πνευματικούς καθοδηγητές της εργατικής τάξης και αναπαραγωγούς της ιδεολογίας της.
Πώς, λοιπόν, ο δημιουργός θα ασκήσει την τέχνη του χωρίς κινδύνους εκμετάλλευσης, έξω από  πολιτικές διαπλοκές και κομματικές ίντριγκες; Εξασφαλίζοντας ταυτόχρονα την αξιοπρεπή διαβίωσή του;
Προσωπικά πιστεύω πως η Δημοκρατική Αριστερά (Ανανεωτική και Ριζοσπαστική) είναι η μόνη πολιτική δύναμη που μπορεί, αξιοποιώντας τις αρνητικές εμπειρίες του παρελθόντος, να υποστηρίξει σταθερά ένα ανθρωποκεντρικό μοντέλο πολιτισμού απαλλαγμένο, κατά το δυνατόν, από διαπλοκές και πελατειακές σχέσεις, αλλά και μακριά από κάθε σκοπιμότητα, κάθε πρόθεση εκμετάλλευσης, προσηλυτισμού ή προπαγάνδας. Έξω από τη λογική των «οργανικών διανοούμενων», των ιδεολογικών ηγεμονιών και των καστών της αριστεράς.
Μια πολιτική πολιτισμού με απόλυτη διαφάνεια και αξιοκρατία με κέντρο τον άνθρωπο, τις ανθρώπινες αξίες και απόλυτο κριτήριο την αισθητική αξία κάθε έργου. Φροντίζοντας ταυτόχρονα, όπως αναφέραμε, να εξασφαλίζει και την αξιοπρεπή διαβίωση τους.
Και όλα αυτά να γίνονται χωρίς η ίδια (η Δημοκρατική Αριστερά) να προσδοκά κάποιο κομματικό όφελος από τους καλλιτέχνες και τη τέχνη τους. Χωρίς καμιά ιδιοτέλεια.
Μόνο η κοινωνία έχει το δικαίωμα και την απαίτηση  να προσδοκά από τους καλλιτέχνες.   Προσδοκούμε να γευτούμε, να απολαύσουμε την τέχνη τους, να γίνουμε σοφότεροι. Να μας καλλιεργήσει  τη γνώση και την ευαισθησία για τον άνθρωπο. Σε όλους μας, δεξιούς και αριστερούς.
Όπως, όταν η πόλη είναι καθαρή, και όλοι τη χαιρόμαστε. Όταν οι παιδικές χαρές λειτουργούν σωστά, και όλα τα παιδιά παίζουν με χαρά και ασφάλεια. Όταν οι νεραντζιές της Τριών Ναυάρχων ανθίζουν, αρωματίζοντας την πόλη και όλοι μπορούμε να απολαμβάνουμε το ανοιξιάτικο άρωμά τους.
Αναγνωρίζω πως η επεξεργασία του ερωτήματος, και κυρίως κάποιες ενδιάμεσες απόψεις που διατύπωσα, δεν είναι αδιαμφισβήτητες και μονοσήμαντες. Προσδοκώ γρήγορα να διατυπωθούν ενστάσεις και να αναπτυχθούν εναλλακτικές γνώμες και επεξεργασίες. Κάτι τέτοιο θα αναβαθμίσει την Αορτή σε βήμα ενός σοβαρού διαλόγου.


Τετάρτη 6 Μαΐου 2020


Τρένα...
του Βασίλη Λαδά



Στις  δεκαετίες 1950, 1960, 1970 το καφενείο του κεντρικού σιδηροδρομικού σταθμού και το περίπτερο στην αίθουσα αναμονής διανυκτέρευαν. Οι ξενύχτηδες έπιναν καφέ, αγόραζαν τις πρωινές εφημερίδες (μύριζαν μελάνι)  κι έβλεπαν περί τις 02.30 τη διασταύρωση των οτομοτρίς της γραμμής Καλαμάτα – Αθήνα.
Εδώ και πολλά χρόνια σταματήσαμε στην Πάτρα ν’ ακούμε τα σφυρίγματα των υπεραστικών τρένων. Η λέξη οτομοτρίς ( εκ των Γαλλικών) ξεχάστηκε. Ακούμε όμως τον θόρυβο  για την υπογειοποίηση ή όχι , σε μήκος δώδεκα χιλιομέτρων από το Ρίον στην Πάτρα , της  σύγχρονης γραμμής του τρένου που έρχεται από Κιάτο  με αργούς ρυθμούς .
Λέγεται πως για την υπογειοποίηση  απαιτείται τουλάχιστον ένα δισεκατομμύριο ευρώ. Λέγεται  ακόμη πως η υπογειοποίηση πρέπει να  γίνει σε βάθος είκοσι πέντε μέτρων, οπότε το τρένο θα έλθει περίπου κοντά στον εορτασμό των 300 χρόνων από την Ελληνική επανάσταση του 1821 . Λένε ακόμη πως έχουν γίνει υπολογισμοί ως προς τον αριθμό των ταξιδιωτών από Πάτρα προς Αθήνα και τανάπαλιν  με τα λεωφορεία του ΚΤΕΛ. Δεκαπέντε διαδρομές προς Αθήνα  και από Αθήνα άλλες τόσες καθημερινά. Πενήντα επιβάτες  χωρούν τα λεωφορεία. Δηλαδή  ο μέγιστος αριθμός είναι επτακόσια πενήντα προς Αθήνα κι από εκεί προς τα εδώ άλλοι τόσοι.
Στην τελευταία σειρά των καθισμάτων , θέση 44 καθόταν όταν ερχόταν στην Πάτρα από  την Αθήνα η εικαστικός και συγγραφέας Κλεοπάτρα Δίγκα  για να έχει θέα τόσο στη φύση όσο και στους έμπροσθεν αυτής επιβάτες. Έτσι γράφει  στο αφήγημά της « Νο 44 παράθυρο », εκδόσεως Γαβριηλίδη . Άρα, συμπεραίνεται, πως αν όλοι επιλέξουν τρένο κι όχι λεωφορείο για τη διαδρομή Πάτρα – Αθήνα το πολύ πολύ να γίνονται τρεις διαδρομές προς Αθήνα κι από εκεί   τρείς προς Πάτρα. Έξι φορές ημερησίως θα ενοχλούνται οι περίοικοι της γραμμής  από τα σφυρίγματα των τρένων. Θα ήταν  καλύτερα λένε οι ενάντιοι της υπογειοποίησης της γραμμής του τρένου να υπογειοποιηθούν οι οδοί που διασταυρώνονται κάθετα με τη  γραμμή . Λίγα εκατομμύρια απαιτούνται για αυτό.  Η τεχνοκρατική αυτή άποψη έχει τη λογική της σήμερα που τα οικονομικά μας είναι χάλια.
Υπάρχει όμως κάτι άλλο βαθύτερο που θέλω να το θίξω.  Κάτι που έχει σχέση με το νόημά μας ως όντων που αναπτυχθήκαμε  βιολογικά και κοινωνικά  επί της γης στο φυσικό φως της ημέρας ή της νύχτας με τ’ αστέρια ,πλάι σε δέντρα, βουνά και θάλασσα. Στην απάντηση αυτού του ερωτήματος ίσως καταλάβουμε τι πραγματικά σημαίνει η αγάπη του οίκου μας ως σύμπαντος με βάση τη γη και στερέωμα τον ουρανό.
Τα υπόγεια τρένα χρησιμοποιήθηκαν στις μεγαλουπόλεις από τις αρχές του εικοστού αιώνα για λόγους τεχνοκρατικούς και οικονομικούς. Να μεταφέρεται γρηγορότερα το εργατικό δυναμικό στις εργασίες του κυρίως  και δευτερευόντως μαθητές και φοιτητές. Εν μέρει ήταν μια πράξη εξαναγκασμού η υπόγεια διαδρομή . Όταν όμως έφταναν οι διαδρομές εκεί που η πόλη σταματά κι άρχιζαν τα προάστια τα τρένα  ξεμύτιζαν στην επιφάνεια. Αυτό  συμβαίνει και σήμερα. Μοιάζει σαν να θέλει να βγει το τρένο στην επιφάνεια της γης  όπως ο  κολυμβητής που κάνει αναγκαστικό μακροβούτι βγαίνει στην επιφάνεια  της θάλασσας ν’ ανασάνει.
Τα υπεραστικά τρένα ξεκίνησαν τις διαδρομές τους από τις αρχές του δέκατου ένατου αιώνα.  Στην Ελλάδα  στα τέλη του αιώνα αυτού. Επίγεια μπαίνουν και σήμερα  σε όλες τις μεγαλουπόλεις – ακόμα και στις πόλεις μνημεία , όπως Φλωρεντία και  Βενετία.
Το ταξίδι με τρένο – όπως και με λεωφορείο και πλοίο – αγαπήθηκε από τις τέχνες γιατί ήταν συμβατό με τη φύση του ανθρώπου. Στις μυθοπλασίες  υπάρχουν συγκλονιστικές αφηγήσεις που γίνονται κατά τη διαδρομή ενός ταξιδιού με τρένο.  Στον Λέοντα Τολστόι , στον Τόμας Χάρντι, στον δικό μας Αλεξάκη. Ο Τέρνερ ζωγράφισε τη μηχανή ενός τρένου εν κινήσει με ατμούς έτσι που να παρεισφρέει η εικόνα του τρένου  στην εικόνα ενός αλόγου που βρυχάται.  Στην ταξιδιωτική λογοτεχνία άπειρες περιγραφές τοπίων όπως π.χ. του Διακοπτού από τον Κ. Καβάφη. Η δεύτερη  ταινία του παγκόσμιου κινηματογράφου είναι η άφιξη τρένου σε σιδηροδρομικό σταθμό, των αφών Λυμιέρ, 1895. Η πρώτη ήταν « το σχόλασμα εργοστασίου». Και οι δύο με ανθρώπους να κινούνται στο φως της ημέρας.
Αντιθέτως  τα υπόγεια τρένα , τα μετρό, τα underground έμειναν έξω από τα ενδιαφέροντα των τεχνών. Μόνο θρίλερ αστυνομικά ή ταινίες τρόμου εξελίσσονται  στα τούνελ των υπογείων. Κάτι λέει αυτό.  Οι επιβάτες  στους υπόγειους συρμούς των μεγαλουπόλεων παρ’ ότι αυτοί κινούνται με μεγάλη ταχύτητα , μοιάζουν σαν να ‘χει σταματήσει ο χρόνος να κυλά. Νοιώθουν  ότι οι διαδρομές τους είναι μια στάση στον χρόνο της πραγματικής κοινωνικής και φυσικής τους ζωής. Είναι σ’ ένα πέρασμα άχρονο εξ ανάγκης. Έξω από τα παράθυρα του συρμού είναι το σκοτάδι και ο θόρυβος τους κλίνει τ’ αυτιά. Είναι βουβοί αντιστεκόμενοι έτσι στην αλλοτρίωσή τους
Με άλλα λόγια αν το τρένο μπει σε υπόγειο για δώδεκα χιλιόμετρα ο ταξιδιώτης θα απολέσει μέρος της φύσης του,  θα χάσει το περιβάλλον όπου αναπτύχτηκε ως άνθρωπος, τη θάλασσα, τα βουνά , τον ουρανό , τα ερείπια των εργοστασίων, μερικά ωραία σπίτια  που χτίστηκαν με μεράκι, τα βλέμματα των ανθρώπων που παρατηρούν το τρένο να  περνά και φαντασιώνονται ιστορίες ταξιδιωτών . Θα χάσει την αίσθηση της πραγματικότητας προς όφελος μιας άλλης ακόμη αλλοτριωτικής τεχνοκρατικής ανάγκης.
_____
δημοσιεύτηκε πρώτη φορά 06/03/2020 στο the best

Κυριακή 3 Μαΐου 2020

ΤΟ ‘ΝΑ ΧΕΡΙ ΝΙΒΕΙ Τ’ ΑΛΛΟ …


[συνέχεια ]

Όσο διαρκεί ο αντισυνταγματικός εγκλεισμός μας στο σπίτι (οι άστεγοι και οι σκηνίτες  εξαιρούνται φαντάζομαι), θα κάνουμε συντροφιά με ένα βραδινό σημείωμα στην αορτή.

του ΓΙΑΝΝΗ ΖΑΡΚΑΔΗ


«3η Μαΐου 1808», 1814, λάδι σε μουσαμά, Φρανθίσκο Γκόγια, Μουσείο Πράδο, Μαδρίτη


Ημέρα τεσσαρακοστή δευτέρα (03ΜΑΗ20)
Ήρθε η ώρα να πάρουμε πίσω την ελευθερία της δια ζώσης επικοινωνίας μας (;). Της μοναδικής διαδικασίας κοινωνικοποίησης των ατομικών και συλλογικών αναγκών και προσδοκιών μας. Να της δώσουμε το μεγάλο της νόημα.
Ήρθε η ώρα να αναδείξουμε και να καθιερώσουμε την αξία των δημόσιων και κοινωνικών αγαθών (εργασία, κατοικία, παιδεία, υγεία, περιβάλλον, ελεύθερος χρόνος)(;).
Ήρθε η ώρα να αμφισβητήσουμε την οργάνωση του καπιταλιστικού συστήματος που οδηγεί από την μία κρίση στην επόμενη (ανθρωπιστική, κλιματική, οικονομική, εργασιακή, υγειονομική,  καταναλωτική, πολιτισμική) (;).
Ήρθε η ώρα να σταματήσει το «πατεντάρισμα» των νέων επιστημονικών ανακαλύψεων (καθολικής σχεδόν χρηματοδότησης από δημόσια κονδύλια), με εγκληματικά αποτελέσματα για την ανθρωπότητα και τον πλανήτη μας (;).
Ήρθε η ώρα να κόψουμε τον ομφάλιο λώρο που οδηγεί συστήματα και πολιτικές, με την χρήση των νέων τεχνολογιών, να επιβάλλουν κοινωνίες «Μεγάλου Αδερφού»(;).

ΥΓ.1. 3η Μαΐου ,Παγκόσμια Ημέρα Ελευθεροτυπίας. Καθιερώθηκε με πρωτοβουλία της Παγκόσμιας Ένωσης Εφημερίδων (ΠΕΕ) και από το 1993 γιορτάζεται κάθε χρόνο στις 3 Μαΐου, σε ανάμνηση της Διακήρυξης του Βίντχουκ, μία έκκληση ελευθεροτυπίας που υπέγραψαν Αφρικανοί δημοσιογράφοι το 1991 για ελεύθερα, ανεξάρτητα και πλουραλιστικά Μ.Μ.Ε.

ΥΓ.2. Φρανθίσκο Γκόγια (Francisco José de Goya y Lucientes, 30 Μαρτίου 1746 – 16 Απριλίου 1828) Ισπανός ζωγράφος και χαράκτης. Εμβληματικό του έργο το «3η Μαΐου 1808», ημέρα που εκτελέστηκαν μαζικά περίπου 400 Ισπανοί πολίτες από τα γαλλικά στρατεύματα, οδηγώντας σε μία γενικευμένη ισπανική εξέγερση. Οι ιμπρεσιονιστές, αλλά και μεταγενέστερα ρεύματα, εκτίμησαν το έργο του Γκόγια και εμπνεύστηκαν από αυτό, με αποτέλεσμα από τα τέλη του 19ου αιώνα να αναγνωρίζεται ως ένας από τους πρώτους «μοντέρνους» ζωγράφους.

ΥΓ.3. Με το σημείωμα αυτό κλείνει ο κύκλος, (όπως συμβαίνει με όλα τα φυσικά και φυσιολογικά συμβάντα) που άνοιξε τριάντα έξι μέρες πριν.


Πέμπτη 30 Απριλίου 2020


ΤΟ ‘ΝΑ ΧΕΡΙ ΝΙΒΕΙ Τ’ ΑΛΛΟ …


[συνέχεια ]

Όσο διαρκεί ο αντισυνταγματικός εγκλεισμός μας στο σπίτι (οι άστεγοι και οι σκηνίτες  εξαιρούνται φαντάζομαι), θα κάνουμε συντροφιά με ένα βραδινό σημείωμα στην αορτή.

του ΓΙΑΝΝΗ ΖΑΡΚΑΔΗ

art: Antony-Gormley


Ημέρα τριακοστή ογδόη (29ΑΠΡ20)

Όσο η εγκληματική συμπεριφορά ατόμων, ομάδων, κυβερνήσεων και κυρίως του παγκόσμιου κεφαλαίου, έναντι της φύσης και των άλλων συνδαιτημόνων της συνεχίζεται,  τόσο και αυτές οι πανδημίες σαν την COVID-19, θα μας χτυπάνε συχνότερα. H πιο επικίνδυνη όμως πανδημία και βασικός φορέας των περισσοτέρων, είναι ο καπιταλισμός και ο νεοφιλελευθερισμός, που γεννούν φτώχεια και ανισότητα, πολέμους και ξεριζωμούς. Τα συστήματα που μεταλλάσσουν, εν δυνάμει φυσιολογικές και ισορροπημένες ζωές, σε «καρκινώματα» ατόμων, κοινωνιών και όλου το ζωικού και φυσικού κόσμου του πλανήτη μας. Και το ερώτημα παραμένει. Υπάρχει εναλλακτικός δρόμος; Και ποιοι είναι οι φορείς του;

Τρώες
Είν’ η προσπάθειές μας, των συφοριασμένων·
είν’ η προσπάθειές μας σαν των Τρώων.
Κομμάτι κατορθώνουμε· κομμάτι
παίρνουμ’ επάνω μας· κι αρχίζουμε
να ’χουμε θάρρος και καλές ελπίδες.

Μα πάντα κάτι βγαίνει και μας σταματά.
Ο Αχιλλεύς στην τάφρον εμπροστά μας
βγαίνει και με φωνές μεγάλες μάς τρομάζει.—

Είν’ η προσπάθειές μας σαν των Τρώων.
Θαρρούμε πως με απόφαση και τόλμη
θ’ αλλάξουμε της τύχης την καταφορά,
κι έξω στεκόμεθα ν’ αγωνισθούμε.

Aλλ’ όταν η μεγάλη κρίσις έλθει,
η τόλμη κι η απόφασίς μας χάνονται·
ταράττεται η ψυχή μας, παραλύει·
κι ολόγυρα απ’ τα τείχη τρέχουμε
ζητώντας να γλιτώσουμε με την φυγή.

Όμως η πτώσις μας είναι βεβαία. Επάνω,
στα τείχη, άρχισεν ήδη ο θρήνος.
Των ημερών μας αναμνήσεις κλαιν κι αισθήματα.
Πικρά για μας ο Πρίαμος κι η Εκάβη κλαίνε.

Κωνσταντίνος Π. Καβάφης [1905]

ΥΓ. Κωνσταντίνος Π. Καβάφης (Αλεξάνδρεια, 29 Απριλίου 1863- Αλεξάνδρεια, 29 Απριλίου 1933).

Τετάρτη 29 Απριλίου 2020


Η νόσος του κορονοϊού και οι μεταναστευτικές ‘ροές’
ως εθνικές απειλές:
Παράλληλες αναγνώσεις
από μία κοινωνιογλωσσολογική οπτική και όχι μόνο


του Αργύρη Αρχάκη
| δημοσιευμένο στις εκδόσεις ΝΗΣΟΣ
ΑΠΟΤΥΠΩΣΕΙΣ ΣΕ ΣΤΙΓΜΕΣ ΚΙΝΔΥΝΟΥ |

Στην Ελλάδα, η νόσος του κορονοϊού ενέσκηψε αρχές Μάρτη του 2020, σχεδόν ταυτόχρονα με τις μαζικές μετακινήσεις μεταναστών και προσφύγων (κατά άλλους, ταυτόχρονα με την υποκινούμενη και ‘παράνομη εισβολή’ τους) προς την ελληνική εθνική επικράτεια από την Τουρκία. Το μεταναστευτικό/προσφυγικό ζήτημα και η νόσος του κορονοϊού παρουσιάζουν παραλληλίες πέρα από την προφανώς συγκυριακή ταυτοχρονία τους. Εκλαμβάνονται ως εθνικές απειλές για την αντιμετώπιση των οποίων προκρίνεται η ίδια λύση: Ο αποκλεισμός.
Το διακύβευμα στο θέμα των μεταναστών (στο εξής με τον όρο αυτό θα αναφερόμαστε και στους πρόσφυγες) είναι πώς θα αποκλειστούν εκτός των ελληνικών τειχών ώστε να μην έρθουμε σε καμία επαφή μαζί τους. Πώς ΑΥΤΟΙ οι ‘άλλοι’ δεν θα ‘μολύνουνε’ την γλώσσα, τον πολιτισμό, τη θρησκεία και γενικότερα τον εθνικό ΜΑΣ ‘τόπο’ με την παρουσία τους. Στο θέμα του ιού ωστόσο ο εθνικά απειλητικός ‘μιαρός’ δεν μας διευκολύνει. Δεν είναι μόνο ο εθνογλωσσικά και θρησκευτικά διαφορετικός μετανάστης. Επιπλέον, ο κάθε εθνογλωσσικά ΟΜΟΙΟΣ χριστιανός συγγενής, φίλος, διπλανός μας, ακόμη και ο σύντροφός μας είναι δυνητικά μολυσματική πηγή (βλ. Δουζίνας 2020). Αυτόν πλέον καλούμαστε να αποκλείσουμε και από αυτόν να αποκλειστούμε. Πρόκειται για μία μάλλον οδυνηρή εμπειρία που ίσως ρηγματώσει τα περιοριστικά εθνικά μας αυτονόητα μέσα από μια διαδικασία κριτικής συνειδητοποίησης.
Η πραγμάτευσή μας, με κύριο (όχι αποκλειστικό) οδηγό τη σχέση  γλώσσας και κοινωνίας, θα ξεκινήσει με τη μεταναστευτική ‘απειλή’ για να συνεχίσουμε πιο κάτω μ’ αυτήν του κορονοϊού.

Λόγω των πρόσφατων γεωπολιτικών μεταβολών, την τελευταία τριακονταετία εκατοντάδες χιλιάδες μεταναστών έχουν κινηθεί προς την Ελλάδα. Αρχικά, από τα Βαλκάνια και κυρίως την Αλβανία. Τα τελευταία χρόνια, κυρίως από μουσουλμανικές χώρες. Ως εκ τούτου, η Ελλάδα «[μ]ια χώρα ιστορικά εθισμένη στην παραγωγή της ομοιότητας βρίσκεται ξαφνικά με ένα πλεόνασμα ετερότητας» (Παπαταξιάρχης 2006: ix). Εγείρονται έτσι μια σειρά από ‘υπαρξιακά’ ερωτήματα σχετικά με τη συγκρότηση του ελληνικού έθνους-κράτους, αλλά και γενικότερα των εθνών-κρατών ως «θεμελιωδών μονάδων πολιτικής οργάνωσης του κόσμου» (Blackledge 2005: 40), όπως τα ακόλουθα (βλ. Αρχάκης 2020):
Μπορούμε να φανταστούμε τον κόσμο πέρα από τον πολιτικό σχηματισμό του έθνους-κράτους και πέρα από τον εθνικό του λόγο (national discourse); [1]
Μπορούν οι άνθρωποι να υπάρξουν πέρα από εθνικούς προσδιορισμούς και εθνικές ταυτότητες;
Μπορούν οι γλώσσες να μην αποτελούν θεμέλια για την οριοθέτηση των εθνών-κρατών;
Μπορούν οι γλωσσικές χρήσεις των μετακινούμενων μεταναστών και προσφύγων να συμβάλλουν στην αμφισβήτηση της ομοιογένειας των εθνών-κρατών;
Μπορούν οι άνθρωποι να υπάρξουν με ρευστούς προσδιορισμούς και υβριδικές ταυτότητες;
Μπορούμε να φανταστούμε τον κόσμο χωρίς εθνικά (γλωσσικά και πολιτισμικά) σύνορα, χωρίς χαρακτηριστικά παγκόσμιας ομογενοποίησης, αλλά σε μια μετα-εθνική κατάσταση γλωσσικής και πολιτισμικής απροσδιοριστίας;
Σύμφωνα με τις απόψεις των Moyer & Rojo (2007), οι μεταναστευτικοί πληθυσμοί συγκαταλέγονται ίσως στους πιο υπονομευτικούς παράγοντες του εθνικού ομογενοποιητικού λόγου και των ‘σταθεροποιητικών’ επιδιώξεών του. Κι αυτό διότι, αντίθετα από τις εθνικές προσδοκίες, οι μεταναστευτικοί πληθυσμοί συχνά αισθάνονται να μην περιορίζονται σε έναν εθνικό τόπο και μία εθνική ταυτότητα, αλλά να ανήκουν σε παραπάνω από έναν τόπο και πολιτισμό ταυτόχρονα. Συχνά επίσης είναι σε θέση να συνδυάζουν ποικίλα γλωσσικά ρεπερτόρια μέσω υφολογικών εναλλαγών και μείξεων καθώς και να διαχειρίζονται και να κατασκευάζουν  διαφορετικές (πολιτισμικές και γλωσσικές) ταυτότητες (βλ. Rampton 1995, Blackledge & Creese 2017).
Προσεγγίζοντας ειδικά το γλωσσικό φαινόμενο στα νέα ‘τοπία’ της γλωσσικής και πολιτισμικής υπερποικιλότητας (βλ. Blommaert 2010), δεν μπορούμε να περιοριστούμε στην παραδοσιακή του αναπαράσταση στο πλαίσιο του εθνικού λόγου. Σε μια αναπαράσταση δηλαδή που μας ‘συστήνει’ τις γλώσσες ως ονοματισμένα, αυτόνομα, ομοιογενή και καλοδομημένα συστήματα που συνήθως εκτείνονται σε εθνικά όρια και συμπορεύονται με (ή και εκφράζουν) το εθνικό πνεύμα. Αντίθετα και υπό το πρίσμα της παρατηρούμενης υπερποικιλότητας, το γλωσσικό φαινόμενο γίνεται κατανοητό στη ρευστότητά του ως «πόροι εν κινήσει», σύμφωνα με τη διατύπωση του Blommaert (2010: 47). Και οι πόροι αυτοί αποτελούνται από διαρκώς ανανεώσιμα γλωσσικά στοιχεία ποικίλου ιστορικού, πολιτισμικού και άλλου χρωματισμού, τα οποία ως επιλογές (μεταναστών και όχι μόνο) ομιλητών τροφοδοτούν την επικοινωνιακή πράξη και τη διαχείριση και κατασκευή ταυτοτήτων (βλ. Blommaert & Rampton 2011: 4-5).
Στο πλαίσιο αυτό θεωρούμε ότι σταδιακά διαμορφώνεται κάτωθεν ένας νέος λόγος (discourse), αντίπαλος του εθνικού, τον οποίο μπορούμε να ονομάσουμε μετα-εθνικό λόγο της υπερποικιλότητας και απροσδιοριστίας. Ο λόγος αυτός εδράζεται στην κινητικότητα των μεταναστών και ενεργοποιείται από αυτήν, καθώς επίσης και από τη ρευστότητα της γλωσσικής και πολιτισμικής τους πραγματικότητας, χωρίς να έχει ως φορείς και θιασώτες του αποκλειστικά ή αναγκαστικά τους ίδιους τους μετανάστες (βλ. Αρχάκης 2020). Ο μετα-εθνικός λόγος επισημαίνει το γεγονός ότι γλώσσες και πολιτισμοί που εκλαμβάνονταν ως ‘καθαρόαιμοι’ και ‘εθνικοί’, αρχίζουν σταδιακά να παρουσιάζουν (και να γίνονται αντιληπτοί με περισσότερο) υβριδική μορφή (βλ. De Fina 2016: 168). Ο μετα-εθνικός λόγος επιχειρεί έτσι τον κλονισμό του δυτικού εθνικού οικοδομήματος και την άρση των διαχωριστικών (γλωσσικών και πολιτισμικών) συνοριογραμμών που το προσδιορίζουν (βλ. Cooke & Simpson 2012: 126). Πρέπει δε να διακριθεί από τον άνωθεν επιβαλλόμενο λόγο της δυτικής παγκοσμιοποίησης, ο οποίος προσομοιάζει αρκετά ως προς τη δομή του με τον εθνικό λόγο επιδιώκοντας μάλλον την πλανητική ιμπεριαλιστική εφαρμογή ενός εθνικού μοντέλου και, συγκεκριμένα, την επεκτατική επιβολή του δυτικο-αμερικανικού νεοφιλελεύθερου μοντέλου.
Είναι βέβαια γνωστό ότι ο εθνικός λόγος παρουσιάζει ανθεκτικότητα και επιστρατεύει τις ρατσιστικές πρακτικές του για να αντιμετωπίσει τις αμφισβητήσεις και τις απειλές που δέχεται. Πρωτίστως, επιχειρεί να αποκλείσει του μετανάστες αποτρέποντας τις μετακινήσεις τους προς τις εθνοκρατικές επικράτειες. Οι μετακινήσεις αυτές, ακριβώς επειδή θέτουν σε αμφισβήτηση ‘αυτονόητες’ εθνικές παραδοχές, αντιμετωπίζονται με απροκάλυπτο ή και καλυμμένο[2] ρατσισμό (βλ. Baider 2017).
Στην Ελλάδα, ιδιαίτερα ενδεικτικά είναι τα πρόσφατα γεγονότα στις αρχές του Μάρτη του 2020 στη Λέσβο. Μεταξύ άλλων, εθνικά εξαγριωμένοι κάτοικοι εμπόδισαν τη θαλάσσια προσέγγιση σε έγκυο μουσουλμάνα μετανάστρια στηλιτεύοντας χυδαία τις εικαζόμενες σεξουαλικές και αναπαραγωγικές της αντιλήψεις.[3] Οι ρατσιστικές αυτές πρακτικές καλλιεργούνται καιρό τώρα στην Ελλάδα: Πέρα από τις ναζιστικές δράσεις της Χρυσής Αυγής, ποικίλες εκδοχές ρατσισμού κυκλοφορούν, μεταξύ άλλων, σε εύπεπτες πρωινές εκπομπές ποικίλης ύλης (infotainments),[4] αλλά και σε ‘χιουμοριστικά’ μιμίδια (memes) όπως το παρακάτω (βλ. Archakis & Tsakona 2019):


Ο Λιάκος (2005: 115-117), αναδεικνύει με γλαφυρό τρόπο τους εθνικο-ρατσιστικούς αποκλεισμούς που οι εθνικοί πλειονοτικοί πολίτες επιφυλάσσουν στους μετανάστες, βαφτίζοντάς τους απενοχοποιητικά  ‘(λαθρο)μετανάστες’. Αξιοποιώντας τη διάκριση του Agamben (1995/2018) ανάμεσα στην απροστάτευτη, ‘βιολογική’, σκέτη ζωή, από τη μια, και στον βίο με ανθρώπινα και πολιτικά δικαιώματα, από την άλλη,[5] σημειώνει χαρακτηριστικά τα εξής:

Η διάκριση δεν είναι θεωρητική. Παράδειγμα οι ‘λαθρομετανάστες’. Τα αζήτητα νεκρά πτώματα των ‘λαθρομεταναστών’ από τα ναυάγια, από τις νάρκες στα σύνορα ή από το κρύο στα ορεινά περάσματα (…) δείχνουν τι σημαίνει ζωντανό σώμα εκτός επικράτειας, επομένως ζωή εκτός βίου. Δεν ανήκουν πλέον ούτε στην επικράτεια από την οποία προήλθαν, εφόσον διέφυγαν, ούτε σε εκείνη στην οποία θέλουν να πάνε (…). Αλλά ο αποκλεισμός δεν είναι εδαφικός, ή μάλλον δεν είναι μόνο εδαφικός. Είναι και εσωτερικός. Στα ίδια εδάφη, εντός επικράτειας, υπάρχουν άνθρωποι με δικαιώματα και άνθρωποι χωρίς δικαιώματα. Άνθρωποι με βίο και άνθρωποι με απογυμνωμένη ζωή. Γιατί δεν είναι μόνο τα σύνορα και τα στρατόπεδα εκεί όπου ένας άνθρωπος αποδεικνύεται φορέας απλών βιολογικών λειτουργιών και όχι δικαιωμάτων. Είναι και η εν δυνάμει κατάσταση η οποία μπορεί κάθε στιγμή να γίνει πραγματικότητα. Π.χ. κάθε μετανάστης χωρίς χαρτιά μπορεί να βρεθεί, κάθε στιγμή, ξαφνικά, από το κέντρο της πόλης σε στρατόπεδο εγκλεισμού ή στα σύνορα, ζωντανός ή αδιεκδίκητος νεκρός.

Και ερχόμαστε τώρα στην πανδημία του κορονοϊού, μιας νόσου που παρουσιάζει ταχύτατη μολυσματική διάδοση. Παρά το ότι πρόκειται για πανδημία, δηλαδή η εξάπλωσή της αφορά όλον τον πλανήτη και δεν ξεχωρίζει εθνικούς πλειονοτικούς πολίτες ή μετανάστες, εκλαμβάνεται από το κάθε κράτος ως εθνική απειλή και, ως εκ τούτου, η αντιμετώπισή της γίνεται στο πλαίσιο των εθνών-κρατών. Τα εθνοκρατικά ‘οπλοστάσια’ ενεργοποιούνται. Όπως σε κάθε νοσηρή συγκυρία –και όχι μόνο–, αντλούν (ρητά ή καλυμμένα) τη βαθύτερη ισχύ τους από τα εθνικά ‘νάματα’, τον ‘πλούτο’ της εθνικής γλώσσα και το ‘βάθος’ του εθνικού πολιτισμού. Και θέλουν να προστατεύσουν εθνικά διαμορφωμένους πολίτες,[6] φορείς και συνεχιστές του εθνικού πολιτισμού και της γλώσσας του, γι’ αυτό άξιους και κατάλληλους να επιβιώσουν και από αυτήν την εθνική απειλή. Χρησιμοποιώντας τις πολύ εύστοχες διατυπώσεις του Δουζίνα (2020), θα λέγαμε ότι «[τ]ο ανοσοποιητικό σύστημα του έθνους πρέπει να δραστηριοποιηθεί» όχι μόνο για «να αποβάλει τον επικίνδυνο [μετανάστη] εισβολέα», αλλά πλέον «για να αποκρούσει την απειλή στην υγεία. Το εθνικό σώμα των Ελλήνων κινδυνεύει από ξένους και αρρώστιες».
Ο ελληνικός στόχος, κατά συνέπεια, την εποχή του κορονοϊού είναι η προστασία και η ίαση των Ελλήνων πολιτών. Γι’ αυτό, απαγορεύονται οι μετακινήσεις τους προς άλλες χώρες, ενώ γίνονται ‘συγκινητικές’ και πανάκριβες ενέργειες ‘επαναπατρισμού’ όσων Ελλήνων πολιτών βρέθηκαν εκτός συνόρων. Το ελληνικό σύστημα υγείας πρέπει να αποδειχθεί σε καλύτερη ετοιμότητα και αποτελεσματικότητα από αυτό άλλων χωρών. Να διαφυλάξει για τους εθνικούς του πολίτες το ιατρικό του υλικό. Να καταγράψει λιγότερα κρούσματα και λιγότερους θανάτους συγκριτικά με άλλες χώρες. Να κατορθώσει να εισπράξει εύσημα και αναγνώριση από τον διεθνή τύπο. Να αποτελέσει παράδειγμα για άλλα εθνικά συστήματα υγείας. Σποτάκια της ελληνικής τηλεόρασης με σλόγαν όπως τα ακόλουθα είναι αποκαλυπτικά:
-          …Και τότε ίσως όλοι να έχουν κάτι να μάθουν για εμάς από εμάς τους Έλληνες…
-          Μένουμε σπίτι. Κρατάμε αποστάσεις. Προστατεύουμε την υγεία μας και τους αγαπημένους μας. Προστατεύουμε την Ελλάδα.
-          Μένουμε σπίτι και βοηθάμε την Ελλάδα να τα καταφέρει.
Αποκαλυπτική είναι επίσης η διάκριση σε εθνικά κρούσματα, από τη μια, και μεταναστευτικά/προσφυγικά κρούσματα, από την άλλη, στην ενημέρωση της 03-04-2010 από τον μελίρρυτο εθνικό μας λοιμωξιολόγο καθηγητή κ. Τσιόδρα:
-          Σήμερα, ανακοινώνουμε 27 νέα κρούσματα του νέου ιού στη χώρα μας και επιπλέον 23 κρούσματα από τη δομή φιλοξενίας προσφύγων στη Ριτσώνα.
Η Ελλάδα λοιπόν και οι πολίτες της είναι αυτοί που πρέπει κατεξοχήν να προστατευθούν και να διασωθούν. Γιατί ακριβώς είναι οι εθνικοί πολίτες της.
Στο πλαίσιο αυτό, αναπτύσσονται ποικίλοι και εντέλει αναπόφευκτα οικονομικοί ανταγωνισμοί μεταξύ των εθνών-κρατών, τα οποία εκ νέου ισχυροποιούνται ως προς τον ρόλο που καλούνται να παίξουν και τον λόγο που καλούνται να αρθρώσουν. Στους εθνικούς λόγους ευδοκιμεί η μεταφορά του πολέμου επιβάλλοντας την λογική της εθνικής έκτακτης ανάγκης. Στις δύσκολες ‘εμπόλεμες’ ώρες λοιπόν, μόνο τα έθνη-κράτη εμφανίζονται να μπορούν να προσφέρουν αρωγή, θαλπωρή, προστασία και ασφάλεια στους πολίτες τους. Η αντιμετώπιση του ιού μπορεί να επιχειρηθεί αποτελεσματικά μόνο εντός της εθνικής εστίας. Και η νίκη κατά του ιού δεν μπορεί παρά να είναι εθνική νίκη. Έτσι, οι εθνικές κλειστοφοβικές ταυτότητες αναδύονται ισχυρές και αδιαμφισβήτητες.
Ωστόσο, παρά την αναζωπύρωση του εθνικού φαντασιακού και των ναρκισσιστικών ηδονών του μέσω του εθνικού εγκλεισμού, δεν μπορεί να διαφύγει της προσοχής ότι η κεντρική οδηγία υγιεινής προς όλους τους εθνικούς πολίτες, είναι απειλητική, αποστειρωτική και αυτοπεριοριστική. Το ‘εθνικό καλό’ απαιτεί να τιθασευτούν οι απείθαρχες ‘ατομικότητες’ και οι απρόβλεπτες συναθροίσεις και συσχετίσεις τους σε δρόμους και πλατείες. Εντέλει, να εκπέσουν όλοι από βασικά κοινωνιοπολιτισμικά και πολιτικά χαρακτηριστικά του βίου και να καταστούν άβουλα, γυμνά σώματα υπάκουα στις ιατρικές διαταγές του ‘εθνικού καλού’ (βλ. Agamben 2020).
Η δυτική ιατρική λογική που (εξ)υπηρετεί τα εθνικά κατασκευάσματα, ‘στα δύσκολα’ –και όχι μόνο– φαίνεται να είναι κατεξοχήν αυταρχική, αστυνομοκρατική: Πραγματώνεται προστακτικά απαιτώντας ο ανθρώπινος βίος να καταντήσει γυμνή, βιολογική ζωή. Και με τον τρόπο αυτό να μπει σε (μεταφορικό ή κυριολεκτικό) νάρθηκα, σε (μεταφορική ή κυριολεκτική) αναισθησία, ώστε πάνω της να γίνουν πειράματα και χειρουργικές επεμβάσεις (βλ. Feyerabend 1986). Ο άνθρωπος και ο βίος του, ως κοινωνικοπολιτισμικό επίτευγμα, καταργείται.       
Έτσι, και στην περίπτωση της πανδημίας του κορονοϊού, η πλειοψηφία των ‘πολιτισμένων’ δυτικότροπων εθνικών πολιτών δέχτηκαν να απωλέσουν ελευθερίες και δικαιώματα και να καταντήσουν γυμνές βιολογικές ζωές, δεκτικές ιατρικών πειραματισμών αλλά και πανοπτικών ψηφιακών βιοεξουσιατικών περιορισμών και επιτηρήσεων. ‘Μοιραίοι και άβουλοι’ οι δυτικότροποι εθνικοί πολίτες συμβιβάστηκαν να μετακομίσουν με ρομποτική πειθαρχία όλη τους τη ζωή, επαγγελματική και προσωπική, στο σύμπαν της οικιακής, ασώματης ψηφιακής ψευδαίσθησης. Και βέβαια η ψηφιακή, πειθαρχημένη τους συναίνεση έχει τη σφραγίδα της ταξικής διάκρισης: Το σλόγκαν ‘Μένουμε σπίτι’ αποτελεί μεν καθολική προσταγή για το ‘εθνικό καλό’, η εκτέλεση όμως της προσταγής δεν έχει για όλους και όλες τις ίδιες συνέπειες, δεν αναφέρεται στην ίδια οικιακή ‘ατμόσφαιρα’, ασφάλεια και χωρητικότητα και δεν συνεπάγεται τις ίδιες (εξοπλιστικές) ανέσεις (βλ. Κυπριανός 2020). Επιπρόσθετα, το σλόγκαν αυτό της εθνικής εξασφάλισης έχει μια εξοργιστική προϋπόθεση: Ότι όλοι έχουμε σπίτι για να μείνουμε!


Καθώς λοιπόν εξαναγκαζόμαστε σταδιακά να απεκδυθούμε τα κοινωνιοπολιτισμικά μας προνόμια και να αποκλειστούμε από τα πολιτικά μας δικαιώματα για να προσαρμοστούμε στις περιορισμένες και περιοριστικές ιατρικές προσλαμβάνουσες για το ‘εθνικό καλό’, ίσως κάποιοι να συνειδητοποιούμε καλύτερα από ποτέ ότι η ύπαρξη έχει αξία μόνο ως απρόβλεπτη, απροσδόκητη και απεριόριστη συνύπαρξη.
Καθώς έγκλειστοι και πεπτωκότες βρισκόμαστε σ’ αυτό το οριακό σημείο, ίσως είναι καλή ευκαιρία να μπούμε σε διαδικασίες κριτικής αυτοσκόπευσης και κοινωνικής ενσυναίσθησης και να μην γαντζωθούμε σε επικές φαντασιώσεις εθνικής ανωτερότητας που επιτείνουν τους διαχωρισμούς και τους αποκλεισμούς. Έχοντας πλέον παρόμοιες, τηρουμένων των αναλογιών, εμπειρίες, να ‘ξαναδούμε’ τους μετανάστες που εξαιτίας των ρατσιστικών πρακτικών που εκπορεύονται από τον εθνικό μας λόγο, ανέστιοι αποκλείονται από τα εθνικά μας σύνορα ή εγκλωβίζονται σε στρατόπεδα συγκέντρωσης, εκπίπτοντας σε γυμνά σώματα χωρίς αξία, κοινωνιοπολιτισμικά προνόμια και πολιτικά δικαιώματα.
Ας φανταστούμε λοιπόν και ας προετοιμάσουμε τις συνυπάρξεις μας πέρα από εθνογλωσσικούς και θρησκευτικούς περιορισμούς αυτάρεσκης ομοιότητας. Ας αντισταθούμε και ας αντιπαλέψουμε τη ‘λογική’ συνέπεια της ιατρικής ‘λογικής’ που μας λέει περίπου το εξής: Αφού για να έρθουμε σε επαφή με τον έμπιστο εθνογλωσσικά όμοιο, ομόθρησκο και ομοαίματο πρέπει να απολυμανθούμε και να τον δούμε να απολυμαίνεται, η επαφή μας με τους απροσδιόριστης προέλευσης εθνογλωσσικά και θρησκευτικά ‘άλλους’ θα πρέπει να αποφεύγεται κατά κόρον.
Ας μπούμε στη διαδικασία οικοδόμησης ευρύχωρων μετα-εθνικών λόγων –υπό το πρίσμα μιας διαρκούς κριτικής αναθεώρησης και επαναθεώρησής τους– που δεν θα εμποδίζουν τις απρόβλεπτες μείξεις γλωσσών, πολιτισμών, θρησκειών και ανθρώπων. Που θα αμφισβητούν τα καθαρόαιμα έθνη, τους καθαρόαιμους πολιτισμούς και τις ομοιογενείς, ονοματισμένες και οριοθετημένες τους γλώσσες –το βασικό τους θεμέλιο. Που θα αμφισβητούν τις επιστήμες, της ιατρικής προεξάρχουσας, όσο υπηρετούν αποκλειστικά και κερδοσκοπικά ‘καθαρόαιμους’ και ‘αποστειρωμένους’ εθνικούς πληθυσμούς –με ευφάνταστα πάντα ανθρωπιστικά και διεθνιστικά προσχήματα. Που θα αμφισβητούν την καθαρ(ι)ότητα (στην κυριολεκτική ή μεταφορική της διάσταση) ως προϋπόθεση της ύπαρξης. Που εντέλει θα οραματίζονται, χωρίς εξαιρέσεις έκτακτων αναγκών, απρόβλεπτες, απροσδόκητες και απεριόριστες, εκτός τειχών, ανθρώπινες συνυπάρξεις αρμονικές με το περιβάλλον.
Στην παρούσα συγκυρία, προφανώς το αίτημα όλων μας δεν μπορεί παρά να είναι η ηθική και οικονομική ενίσχυση του δημόσιου –όχι αναγκαστικά εθνικού– συστήματος υγείας –στο οποίο πλέον προστρέχουν και οι νεοφιλελεύθεροι του κοινωνικού δαρβινισμού με τόση άνεση και ευκολία όση τους χαρακτήριζε και όταν το λοιδορούσαν. Ίσως όμως το αίτημα αυτό είναι λειψό, στον βαθμό που δεν αμφισβητεί το γεγονός ότι το ιατρικό ‘επιστημονικό αντικείμενο’ περιγράφεται και οριοθετείται ως το βιολογικό υποκατάστατο του ανθρώπου, ξεκομμένο από τις πολιτικές και κοινωνιοπολιτισμικές του συνυπάρξεις. Είναι λειψό στον βαθμό που δεν φέρνει στο προσκήνιο την υγεία του δημόσιου, κοινωνικού ανθρώπου στην ολότητα των απρόβλεπτων και απροσδιόριστων σχέσεων και αντιφάσεών του. Του ανθρώπου που δεν θα είναι υγιής αν φοβάται να ακουμπά με τα χέρια (με το στόμα και με το μυαλό του) κάθε άνθρωπο, οποιουδήποτε γλωσσικού, πολιτισμικού και θρησκευτικού χρώματος, χωρίς περιορισμούς και κοινωνικούς αποκλεισμούς σε εθνικές ομοιότητες.

Βιβλιογραφικές αναφορές


Agamben, G. (1995/2018). Homo Sacer: Κυρίαρχη εξουσία και γυμνή ζωή. Μετάφραση Π. Τσιαμούρης. Επίμετρο Φ. Πατσάκης. Αθήνα: Έρμα.

Agamben, G. (2020). Ο φόβος είναι ο καλύτερος γιατρός (του συστήματος). 20.03.2020. https://www.sarajevomag.gr/wp/2020/03/o-fovos-einai-o-kalyteros-giatros-toy-systimatos/

Αρχάκης, Α. (2020, υπό εκτύπωση). Από τον εθνικό στον μετα-εθνικό λόγο: Μεταναστευτικές ταυτότητες και κριτική εκπαίδευση. Αθήνα: Εκδόσεις Πατάκης.

Archakis, A. & Tsakona, V. (2019). Racism in recent Greek migrant jokes. Humor: International Journal of Humor Research [Festschrift for Christie Davies] 32 (2): 267-287.

Baider, F. H. (2017). Thinking globally, acting locally: Analyzing the adaptation of mainstream supremacist concepts to a local socio-historical context. Journal of Language Aggression and Conflict 5 (2): 179- 207.

Blackledge, A. (2005). Discourse & Power in a Multilingual World. Amsterdam/Philadelphia: John Benjamins.

Blackledge, A. & Creese, A. (2017). Translanguaging in mobility. Στο S. Canagarajah (επιμ.) The Routledge Handbook of Migration and Language. London/New York: Routledge, 31-46.

Blommaert, J. (2010). The Sociolinguistics of Globalization. Cambridge: Cambridge University Press.

Blommaert, J. & Rampton, Β. (2011). Language and superdiversity. Diversities 13 (2): 1-20.

Cooke, M. & Simpson, J. (2012). Discourses about linguistic diversity. Στο M. Martin-Jones, A. Blackledge & A. Creese (επιμ.) The Routledge Handbook of Multilingualism. London/New York: Routledge, 116-130.


De Fina, A. (2016). Linguistic practices and transnational identities. Στο S. Preece (επιμ.) The Routledge Handbook of Language and Identity. London/New York: Routledge, 163-178.

Δουζίνας, Κ. (2020). Η βιοπολιτική της επιδημίας. Η εφημερίδα των συντακτών 30.03.2020. https://www.efsyn.gr/themata/politika-kai-filosofika-epikaira/237142_i-biopolitiki-tis-epidimias-1

Fairclough, N. (2003). Analysing Discourse: Textual Analysis for Social Research. London: Routledge.

Feyerabend, P. K. (1986). Γνώση για ελεύθερους ανθρώπους. Θεσσαλονίκη: Σύγχρονα Θέματα.

Foucault, M. (1969/2017). Η αρχαιολογία της γνώσης. Μετάφραση Κ. Παπαγιώργης. Επιμ. Β. Πατσογιάννης. Αθήνα: Πλέθρον.

Θεοδωρόπουλος, Τ. (2020). Ο Αγκάμπεν και οι γιδοβοσκοί. Καθημερινή 27.03.2020.https://www.kathimerini.gr/1071050/opinion/epikairothta/politikh/o-agkampen-kai-oi-gidovoskoi

Jørgensen, M. & Phillips, L. (2002). Discourse Analysis as Theory and Method. London: Sage.

Κουζέλης, Γ. & Χριστόπουλος, Δ. (επιμ.) (2012). Ιδιότητα του πολίτη: Πολιτικός λόγος, ιστορία και κανόνες σε συγκριτικές προοπτικές. Αθήνα: Εκδόσεις Πατάκη.

Κυπριανός, Π. (2020). Να σκεφτόμαστε, να ονειρευόμαστε και στο σπίτι. Αορτή 04.04.2020. https://aortipatras.blogspot.com/2020/04/pic-kamila-kansy.html
Λιάκος, Α. (2005). Πώς στοχάστηκαν το έθνος αυτοί που ήθελαν να αλλάξουν τον κόσμο. Αθήνα: Πόλις.

Moyer, M. & Rojo, L. Μ. (2007). Language, migration and citizenship: New challenges in the regulation of bilingualism. Στο M. Heller (επιμ.) Bilingualism: A Social Approach. Basingstoke: Palgrave, 137-160.

Παπαταξιάρχης, Ε. (2006γ). Πρόλογος. Στο Ε. Παπαταξιάρχης (επιμ.) Περιπέτειες της ετερότητας: Η παραγωγή της πολιτισμικής διαφοράς στη σημερινή Ελλάδα. Αθήνα: Αλεξάνδρεια, ix- xiii.

Rampton, B. (1995). Crossing: Language and Ethnicity among Adolescents. London/New York: Longman.

Χριστόπουλος, Δ. (2012). Ποιος είναι Έλληνας πολίτης; Το καθεστώς ιθαγένειας από την ίδρυση του ελληνικού κράτους ως τις αρχές του 21ου αιώνα. Αθήνα: Βιβλιόραμα.




[1] Ο όρος λόγος (discourse) προέρχεται από την παράδοση του Foucault (βλ. λ.χ. 1969/2017) και έχει δεχθεί ποικίλους προσδιορισμούς. Στο παρόν άρθρο με αυτόν τον όρο αναφερόμαστε σε ειδικές σημασιακές σχέσεις βάσει των οποίων επιτυγχάνονται, υπό συγκεκριμένη οπτική, αναπαραστάσεις της πραγματικότητας (βλ. Jørgensen Phillips 2002: 143, Fairclough 2003).
[2] Σε σχέση με τις μορφές καλυμμένου ρατσισμού, βλ. την ιστοσελίδα του Ερευνητικού Προγράμματος TRACE: «Ανιχνεύοντας τον ρατσισμό στον αντιρατσιστικό λόγο: Μια κριτική προσέγγιση στον ευρωπαϊκό δημόσιο λόγο για τη μεταναστευτική και προσφυγική κρίση» (TRACE/HFRI-FM17-42, ΕΛΙΔΕΚ 2019-2022) https://trace2019.wixsite.com/trace-project
[3] Βλ. https://www.gazzetta.gr/plus/koinwnia/article/1451406/katoikos-se-metanasti-na-mi-gsoyna-san-ti-skyla-na-min-isoyn-gkastromeni-vid
[4] Βλ. λ.χ. https://www.koutipandoras.gr/article/mora-mono-gia-ellines-i-tsimtsili-enohleitai-apo-egkyes-metanastries-poy-mpainoyn-se-barka
[5] Για μια σκόπιμη παρερμηνεία της διάκρισης αυτής, βλ. Θεοδωρόπουλος (2020).
[6] Για τις πολύπλοκες (και αποτρεπτικές για τους μετανάστες) διαδικασίες απόκτησης ελληνικής ιθαγένειας βλ., μεταξύ άλλων, Κουζέλης & Χριστόπουλος (2012), Χριστόπουλος (2012).