Τρίτη 28 Απριλίου 2020


ΤΟ ‘ΝΑ ΧΕΡΙ ΝΙΒΕΙ Τ’ ΑΛΛΟ…
από τον Γιάννη Ζαρκάδη

[συνέχεια]



εικόνα από το μετέωρο βήμα του πελαργού 

Ημέρα τριακοστή έκτη (27ΑΠΡ20)

“Σας εύχομαι υγεία και ευτυχία, αλλά δε μπορώ να κάνω το ταξίδι σας.
Είμαι επισκέπτης.
Το κάθε τι που αγγίζω με πονάει πραγματικά..
Κι έπειτα, δε μου ανήκει.
Όλο και κάποιος βρίσκεται να πει ''δικό μου είναι".
Εγώ δεν έχω τίποτε δικό μου, είχα πει κάποτε με υπεροψία.
Τώρα καταλαβαίνω πως το τίποτε είναι τίποτε.
Ότι δεν έχω, καν, όνομα.
Και πρέπει να γυρεύω ένα κάθε τόσο.
Δώστε μου ένα μέρος να κοιτάζω. Ξεχάστε με στη θάλασσα.
Σας εύχομαι υγεία και ευτυχία.”

Ανέκδοτο ποίημα του Θεόδωρου Αγγελόπουλου (1982)

Άνθρωποι μένουμε και επιμένουμε πολίτες/σες

ΥΓ. Θεόδωρος Αγγελόπουλος (Αθήνα, 27 Απριλίου 1935 – Πειραιάς 24 Ιανουαρίου 2012), ένας ποιητής της εικόνας και του κινηματογράφου. Λιτός και αφαιρετικός ο Θ. Αγγελόπουλος σε όλο το έργο ζωής που μας άφησε γενναιόδωρα, με το βλέμμα  στραμμένο στην αναζήτηση της αλήθειας, πολιτικής, ιστορικής και φιλοσοφικής.

Κυριακή 26 Απριλίου 2020

Σπιτικές περιπλανήσεις την περίοδο του εγκλεισμού
του Βαγγέλη Πολίτη Στεργίου



Τις πρώτες μέρες του εγκλεισμού βρέθηκα σε αμηχανία, όχι γιατί δεν είχα ξαναμείνει σπίτι χωρίς να βγαίνω, αλλά λόγω ενός ανάμεικτου συναισθήματος κενού και απροσδιόριστης φοβίας. Έπρεπε να καταλάβω, όπως όλοι  μας, τι συμβαίνει, τις διαστάσεις του προβλήματος, τον κίνδυνο, τα μέτρα προστασίας ατομικά και συλλογικά, τις οικονομικές, κοινωνικές συνέπειες, τις περιβαλλοντικές διαστάσεις.
Ωστόσο μαγειρική τέχνη και αρτοποιία, η κουζίνα σε δράση, κηπουρική της ταράτσας , η οικογένεια σε συνεργατικές πρακτικές. Ειδήσεις, άρθρα Facebook, ηλεκτρονικός καφενές σε πλήρη έξαρση και το τηλέφωνο να χτυπάει αδιάκοπα για να αλλάξουμε πάροχο ρεύματος! Τι ειρωνεία δοξαστική για το μεταπολεμικό κοινωνικό κράτος που οδήγησε στη δημιουργία του   κλυδωνιζόμενου ευρωπαϊκού οράματος. Αλλά και απόλαυση της ηρεμίας της Άνω Πόλης, τα πουλιά που ξανάρθανε, ιδανικές στιγμές για χαλάρωση, ανάγνωση, αναστοχασμό.
Όμως, να που ο ιός χτυπάει την πόρτα πολύ καλού φίλου και έπρεπε να συμβάλλουμε, μια παρέα, κι ένας πολύ καλός παθολόγος, να ξεπεραστούν  οι αδυναμίες της ανύπαρκτης πρωτοβάθμιας περίθαλψης, για να πέσει τελικά ο κινδυνεύων στην αγκαλιά του εξαίρετου επιστημονικού και νοσηλευτικού προσωπικού του Πανεπιστημιακού μας νοσοκομείου και να εξέλθει θεραπευμένος. Και μετά ερωτήματα, θα ισχύσει αυτό που ο Ken Loach, σε πρόσφατη συνέντευξή του σε γαλλικό κανάλι, αδημονεί να συμβεί, δηλαδή, όχι μόνο η αποτροπή της αποδόμησης του δημόσιου συστήματος υγείας αλλά και η ενίσχυσή του.
Και αυτές οι εντυπωσιακές εικόνες αναβάθμισης του αστικού περιβάλλοντος και της ατμόσφαιρας μου έφεραν στο νου ένα χαρακτηριστικό τίτλο,  The Limits to Growth, τα όρια της μεγέθυνσης, μια πρωτοποριακή μελέτη του ΜΙΤ του 1972,  που έθετε πρώιμα το θέμα που φαίνεται να επανέρχεται στη συλλογική συνείδηση και να κλονίζει τις αλαζονικές βεβαιότητες αυτών των οποίων οι αποφάσεις καθορίζουν τις τύχες του πλανήτη. Η πανδημία του κορωνοιού ως συνέπεια της διατάραξης της βιοποικιλότητας, έρχεται να μας θυμίσει αυτό που για πολύ καιρό αγνοείται, τόσο από τις ερευνητικές προτεραιότητες όσο και από τις δημόσιες πολιτικές, πως η υγεία  του ανθρώπου  (χωρίς διακρίσεις), των ζώων και των οικοσυστημάτων είναι, σύμφωνα με τη διεπιστημονική προσέγγιση One Health, άρρηκτα συνδεδεμένες.
Μετά από τόσες βδομάδες όμως αρχίζω να αισθάνομαι και λίγο το “Corona Blues”, αφού όπως έχει εξηγήσει  η Virginia Woolf στο έργο της, “Στο δικό της δωμάτιο” (1929), το να έχεις τον δικό σου χώρο είναι σημαντικό, για να μπορείς να σκέφτεσαι ελεύθερα όμως, αυτή η δυνατότητα είναι αλληλένδετη με την ελευθερία να μπορείς να βγαίνεις...
Βαγγέλης Πολίτης-Στεργίου


Πρώτη δημοσίευση στην εφ. Πελοπόννησος, 25 Απριλίου 2020


Πέμπτη 16 Απριλίου 2020

ΝΑ ΧΕΡΙ ΝΙΒΕΙ Τ’ ΑΛΛΟ …


[συνέχεια ]

Όσο διαρκεί ο αντισυνταγματικός εγκλεισμός μας στο σπίτι (οι άστεγοι και οι σκηνίτες  εξαιρούνται φαντάζομαι), θα κάνουμε συντροφιά με ένα βραδινό σημείωμα στην αορτή.

του ΓΙΑΝΝΗ ΖΑΡΚΑΔΗ


pic.: 
Alain Laboile
Ημέρα εικοστή πέμπτη (16ΑΠΡ20)

Υστερόγραφα
ΥΓ.1 Και σήμερα, ο ήλιος έβαψε με τα χρώματα της δύσης, τον Πατραϊκό, τη Βαράσοβα, τη Παλιοβούνα και τις πλαγιές του Παναχαϊκού.
ΥΓ.2 Και σήμερα, γέμισαν τα δρομάκια με μικρά παιδιά, πάνω στα ποδήλατα να τιτιβίζουν.
ΥΓ.2 Και σήμερα, τα σκυλιά από τους κήπους και τα μπαλκόνια, ακούγονταν στις γειτονιές να κουβεντιάζουν δυνατά.
ΥΓ.4 Και σήμερα περιμένουμε. Τι ακριβώς; Να πάρουμε νούμερο για την ανοσία; Να περάσει απ’ έξω ο ιός και να μη μας βρει; Να ετοιμαστεί το εμβόλιο; Να ετοιμαστεί το ΕΣΥ;
ΥΓ.3 Λουίς Σεπούλβεδα (4 Οκτωβρίου 1949 - 16 Απριλίου 2020) συγγραφέας, σκηνοθέτης, δημοσιογράφος και πολιτικός ακτιβιστής. Ένθερμος υποστηρικτής του Σαλβατόρ Αλιέντε, μπήκε στην προσωπική του φρουρά το 1973. Μετά το πραξικόπημα του Πινοσέτ φυλακίστηκε, βασανίστηκε, κατηγορήθηκε για προδοσία και καταδικάστηκε σε ποινή είκοσι οκτώ ετών. Έγινε ευρύτερα γνωστός για το βιβλίο του «Ένας γέρος που διάβαζε ιστορίες αγάπης», στο οποίο μας προσκαλεί να ξανασκεφθούμε τη σχέση μας με τη φύση και το οποίο εμπνεύστηκε το 1978, όταν στο πλαίσιο ενός προγράμματος της Unesco, μοιράστηκε για έναν χρόνο τη ζωή του και τις εμπειρίες του με τους ινδιάνους Σουάρ.
ΥΓ.4 «Αναστάσιμες» ευχές!

 Άνθρωποι μένουμε και παραμένουμε πολίτες/σες
ΝΑ ΧΕΡΙ ΝΙΒΕΙ Τ’ ΑΛΛΟ …


[συνέχεια ΧΙV ]

Όσο διαρκεί ο αντισυνταγματικός εγκλεισμός μας στο σπίτι (οι άστεγοι και οι σκηνίτες  εξαιρούνται φαντάζομαι), θα κάνουμε συντροφιά με ένα βραδινό σημείωμα στην αορτή.

του ΓΙΑΝΝΗ ΖΑΡΚΑΔΗ

pic.: Eliot Elisofon  

Ημέρα εικοστή τετάρτη (15ΑΠΡ20)
Θα το επαναλάβουμε. Σήμερα βιώνουμε μια τυφλή και καθολική απομόνωση των πολιτών, με ανυπολόγιστα αποτελέσματα στην σωματική, ψυχική και «οικονομική» τους υγεία. Με αποκλειστική ευθύνη της κυβέρνησης. Γιατί επέλεξε τον μαζικό αποκλεισμό του «μένουμε στο σπίτι», αντί να θωρακίσει το ΕΣΥ με εξοπλισμό και προσλήψεις μόνιμου προσωπικού από τη μια και να κάνει μαζικά τεστ ιχνηλάτησης του ιού στον πληθυσμό, από την άλλη.
Το βάρος της πρώτης πολιτικής (ΕΣΥ), το επωμίζονται  το προσωπικό των Νοσοκομείων μας (νοσηλευτές, διοικητικοί, προσωπικό καθαριότητας), και τους αξίζουν πολλά. Το βάρος της δεύτερης πολιτικής (τεστ) το επωμίζονται οι εργαζόμενοι (στα καταστήματα τροφίμων και φαρμάκων, οι μεταφορείς όλων των ειδών πρώτης ανάγκης) και τους αξίζουν επίσης πολλά.
Αλλά οι πολίτες δεν μένουν με σταυρωμένα χέρια, περιμένοντας. Αναπτύσσεται ένα πρωτόγνωρο δίκτυο αλληλεγγύης, υπεράσπισης δικαιωμάτων και καταγγελιών βίας και εργοδοτικής αυθαιρεσίας.  Από την συνέλευση «Μένουμε μαζί» και την ιστοσελίδα menoumemazi.org, μέχρι τις κινήσεις #Covid19:Κανένας Μόνος/Καμία Μόνη, #Μένουμε ενεργοί, και #AntivirusSolidarityGR. 

 «…Στην πλώρη ακουμπισμένος, ένας διάφανος
τα κόκαλα μετράει, μένει άφωνος
τρώει την πέτρα σαν ψωμί
ο Καίσαρας Βαλιέχο
άλλο αδερφό δεν έχω
άλλο αδερφό δεν έχω…»
Θανάσης Παπακωνσταντίνου «Διάφανος» (2006)

Σπίτι μένουμε, άνθρωποι μένουμε και παραμένουμε πολίτες/σες

ΥΓ. César Abraham Vallejo Mendoza (16 Μαρτίου 1892 - 15 Απριλίου 1938) γεννήθηκε σ΄ ένα χωριό στις περουβιανές Άνδεις. Πρωτοπόρος αποδομητικός και σουρεαλιστής ποιητής πριν από τους σουρεαλιστές, ασχολήθηκε με την αυτόματη γραφή πριν από τον Μπρετόν, γράφοντας μοντέρνα ποίηση ταυτόχρονα με τους μοντερνιστές. Υπήρξε ένας κινηματίας της ποίησης πολύ προτού γεννηθούν τα ποιητικά ευρωπαϊκά κινήματα. Και για τον λόγο αυτόν η προσφορά του στο ποιητικό στερέωμα είναι μοναδική και ανεκτίμητη. Εμβληματική του ποιητική συλλογή η “Poemas Humanos”, καθρεπτίζοντας την μαρξιστική του παιδεία.

Τετάρτη 15 Απριλίου 2020

ΝΑ ΧΕΡΙ ΝΙΒΕΙ Τ’ ΑΛΛΟ …


[συνέχεια ]

Όσο διαρκεί ο αντισυνταγματικός εγκλεισμός μας στο σπίτι (οι άστεγοι και οι σκηνίτες  εξαιρούνται φαντάζομαι), θα κάνουμε συντροφιά με ένα βραδινό σημείωμα στην αορτή.

του ΓΙΑΝΝΗ ΖΑΡΚΑΔΗ



Ημέρα εικοστή τρίτη (14ΑΠΡ20)
Δεν υπάρχει χρόνος για χάσιμο. Τώρα, σε αυτή την πλανητική ησυχία, καιρός για αναστοχασμό. Κάθε μέρα κάτι να προστίθεται στο σχέδιο της «επόμενης μέρας». Από την πλευρά του κόσμου της εργασίας (διανοητικής-χειρωνακτικής) και των συνοδοιπόρων του. Καιρός για δικτύωση σε εθνικό και παγκόσμιο επίπεδο. Γιατί, ότι προβλέψεις, ότι αναλύσεις γίνονται εδώ και χρόνια για την πορεία της ανθρωπότητας, με την 4η «Βιομηχανική Επανάσταση» προ των θυρών, είναι δυσοίωνες. Τα μοντέλα βέβαια έχουν μια απρόβλεπτη παράμετρο, τον παράγοντα «κοινωνίες των πολιτών».
Μια απλή ανάγνωση κάποιων αποσπασματικών στοιχείων, από την πλευρά (την μοναδική δυστυχώς) που σχεδιάζει, τρομάζει και τους πιο αισιόδοξους. Εκτιμάται λοιπόν από τα διάφορα φόρουμ, ότι η χρήση της Τεχνητής Νοημοσύνης στις μηχανές και η «είσοδος» των ρομπότ στην αγορά εργασίας θα οδηγήσει σε απώλεια 800 εκατ. θέσεων εργασίας μέχρι το 2030, που αντιστοιχεί στο 20% του παγκόσμιου εργατικού σήμερα. Ενώ, 300 εκατ. νεοεισερχόμενοι/ες στην αγορά εργασίας δεν θα βρίσκουν δουλειά. Οι επιχειρήσεις αναζητούν εργαζόμενους με ψηφιακές δεξιότητες σε ποσοστό 70%, ενώ ένας στους τρεις εργαζόμενους/ες δεν διαθέτει καμία. Σήμερα, το 65% των νέων πτυχιούχων αναζητεί εργασία σε ειδικότητες που εκλείπουν. Και ακολουθούν και άλλες «μαύρες» προβλέψεις.
Τα συνδικάτα του κόσμου της εργασίας, από την άλλη, απλώς παρακολουθούν, με αψιμαχίες στον πραγματικό πόλεμο, που κάνει το παγκόσμιο κεφάλαιο εναντίον τους και εναντίον της προίκας όλων μας που είναι το φυσικό περιβάλλον. Ένα παγκόσμιο αίτημα, για δραστική μείωση του ωράριου εργασίας και εξάλειψη της ανεργίας, είναι όσο ποτέ επίκαιρο και ρεαλιστικότατο. Ας αρχίσουμε από κάπου.

ΞΕΛΑΣΠΩΣΤΕ ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ
«Το μέλλον δε θα ρθεί
από μονάχο του έτσι νέτο σκέτο
αν δεν πάρουμε μέτρα κι εμείς
από τα βράγχια κομσομόλε άρπαξέ το
απ’ την ουρά του πιονιέροι κι εσείς»

Β. Μαγιακόφσκι ( Μετάφραση Γ. Ρίτσος)

Σπίτι μένουμε, άνθρωποι μένουμε, πολίτες/σες παραμένουμε και επιμένουμε
ΥΓ. Βλαντίμιρ Βλαντίμιροβιτς Μαγιακόφσκι (7 Ιουλίου 1893 - 14 Απριλίου 1930) υπήρξε ένας από τους μεγαλύτερους Ρώσους ποιητές και καλλιτέχνες του 20ού αιώνα αλλά και ο κορυφαίος εκπρόσωπος του ρωσικού Φουτουρισμού.

Δευτέρα 13 Απριλίου 2020


ΝΑ ΧΕΡΙ ΝΙΒΕΙ Τ’ ΑΛΛΟ …


[συνέχεια ]

Όσο διαρκεί ο αντισυνταγματικός εγκλεισμός μας στο σπίτι (οι άστεγοι και οι σκηνίτες  εξαιρούνται φαντάζομαι), θα κάνουμε συντροφιά με ένα βραδινό σημείωμα στην αορτή.

του ΓΙΑΝΝΗ ΖΑΡΚΑΔΗ



Ημέρες εικοστή πρώτη και δευτέρα (12-13ΑΠΡ20)
Ας επιχειρήσουμε στο σημερινό σημείωμα μια συζήτηση, εξ’ αποστάσεως βέβαια, που τελευταία και ως μαζικό εκπαιδευτικό φάρμακο «χορηγείται». Άραγε χωρίς εθισμό; Τι είναι υποχρεωμένο το κράτος να κάνει στον τομέα της υγείας, σύμφωνα με τις επιταγές του Συντάγματος, του ΠΟΥ και της Χάρτας Δικαιωμάτων του ΟΗΕ; Να φροντίζει σε όλο το φάσμα για υγιεινές συνθήκες διαβίωσης των πολιτών, και να οργανώνει ένα δίκτυο περίθαλψης και των τριών επιπέδων, με καθολική πρόσβαση όλου του πληθυσμού.
Τα εγκληματικά κενά στις παραπάνω υποχρεώσεις, τα βλέπουμε σήμερα και στη δική μας χώρα. Και δεν καλύπτονται, ούτε με μπαλώματα ούτε με καθολικά μέτρα αποκλεισμού των πολιτών στα σπίτια και σε «στρατόπεδα συγκέντρωσης». Ούτε με τον επικοινωνιακό χαρακτηρισμό μιας επιδημίας, ως πόλεμο. Και μάλιστα με «αόρατο εχθρό». Γιατί βέβαια οι δυνατότητες της πληροφορίας σήμερα θα έκανε ορατές τις απαντήσεις στα ερωτήματα, ποιος πολεμάει εναντίον τίνος και για πιο σκοπό και λόγο. Γιατί πόλεμο δεν έχουμε. Από δικές μας εγκληματικές πρακτικές έρχονται οι πανδημίες και θάρχονται πιο συχνά, αν δεν αλλάξουμε ρότα.
Υπάρχουν πολλά που πρέπει να γίνουν, και μάλιστα προς άλλη κατεύθυνση από αυτή που ακολουθεί η σημερινή κυβέρνηση, και τα επιτελεία της. Μέχρι το εμβόλιο να έρθει, γιατί αργεί. Το κάθε εμβόλιο (ιδιαίτερα για τις πανδημίες σαν την σημερινή) μέχρι να είναι έτοιμο, περνάει από τα παρακάτω βήματα. 1ο βήμα, Ιανουάριος-Μάιος επιλογή των τριών  πιο κοινών υποτύπων του ιού σε παγκόσμιο επίπεδο. 2ο βήμα, Ιούνιος-Ιούλιος τα πρώτα τεστ. 3ο βήμα Αύγουστος-Σεπτέμβριος  βιομηχανική παραγωγή και 4ο βήμα Οκτώβριος-Νοέμβριος χορήγηση του εμβολίου στον πληθυσμό, ώστε μετά 15 μέρες να προσφέρει ανοσοποίηση, για την περίοδο που ακολουθεί.
Τι  θάπρεπε να γίνει, έστω και τώρα, σήμερα. Μαζική ιχνηθέτηση όλων των φορέων του ιού και ακριβής αποτύπωση της διασποράς του. Ιδιαίτερα αυτό επιβάλλεται στις πιο κλειστές κοινότητες (χωριά, δομές φιλοξενίας, φυλακές, νησιά). Αυτό μπορεί να οδηγήσει σε άρση του τυφλού και μαζικού αποκλεισμού εκατομμυρίων πολιτών στα σπίτια τους, με ανυπολόγιστες επιπτώσεις στην σωματική και ψυχική τους υγεία.
Σήμερα οι δυνατότητες για μαζικά τεστ ανίχνευσης του ιού είναι υπαρκτές, και στο οικονομικό επίπεδο και στο ανθρώπινο δυναμικό. Το κόστος κάθε τεστ είναι ελάχιστο, λιγότερο από 10 ευρώ. Από την άλλη, υπάρχουν πολλές δεκάδες Εργαστήρια στα Πανεπιστήμια και στα Ερευνητικά Κέντρα σε όλες τις Περιφέρειες της χώρας, που έχουν τον κατάλληλο εξοπλισμό (χρησιμοποιήθηκαν ελάχιστα μέχρι σήμερα). Η χώρα μας είναι στις τελευταίες θέσεις του καταλόγου κρατών (στην οικογένεια των οποίων «ανήκουμε»)όσον αφορά στον αριθμό τεστ ανά κάτοικο. Όπως είναι και στις τελευταίες θέσεις  χρηματοδότησης του δημόσιου συστήματος περίθαλψης, αλλά και χρηματοδότησης (ποσοστού ανά ΑΕΠ) των αποτελεσμάτων της κρίσης για την επιβίωση των πολιτών και της πραγματικής οικονομίας. Για τώρα και την επόμενη μέρα. Εκεί θα αναμετρηθούν οι υποσχέσεις, εκεί και οι ελπίδες.


Σπίτι μένουμε, άνθρωποι μένουμε, πολίτες/σες παραμένουμε και επιμένουμε

ΥΓ. Έφυγε σήμερα από τη ζωή ο Αντώνης Μαρινάρος (1924-2020). Θα τον θυμόμαστε για τον ήθος και τη σοφία του, την έγνοια του για τα κοινά, τη γειτονιά  και τον συνάνθρωπο, για τις συγκλονιστικές ιστορίες της αντίστασης την περίοδο της κατοχής στην Πάτρα, που μας έλεγε.

ΡΟΜΑΝΙ ΤΣΟΡΙΠΕ  -  ΤΣΙΓΓΑΝΙΚΗ ΦΤΩΧΕΙΑ
στις μέρες του κορονοϊού

 του ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ ΧΡΙΣΤΟΠΟΥΛΟΥ


Το πρωί της 23ης Μάρτη, ημέρα Δευτέρα, η  Κυριακή ξύπνησε  τα παιδιά της.  Παρά τον χειμωνιάτικο καιρό, έπρεπε να βγουν  στους δρόμους για δουλειά. Να μαζέψουν κάτι να φάνε και να αγοράσουν  καινούρια φιάλη που από χτες έχει αδειάσει.  Μετά τα παιδιά   προσπάθησε να ξυπνήσει  το Χρήστο, που διαμαρτυρήθηκε.
-Άσε, μωρή,  να κοιμηθώ.
-Ξύπνα τεμπέλη, παλιοκχαντινό.  Σήκω μπεκρούλιακα.
Ο Χρήστος δεν ήταν πάντα τεμπέλης. Παλιότερα είχε ένα μικρό φορτηγάκι datsun, και έκανε τον παλιατζή. Μάζευε παλιά σίδερα, χαρτόκουτα, χαλασμένες ηλεκτρικές συσκευές,  ό,τι έβρισκε. Τα  έδινε για ανακύκλωση και κάτι έβγαζε.  Τον τελευταίο χρόνο, όμως, το φορτηγάκι κατέρρευσε. Δεν κατάφερε να το επισκευάσει και το εγκατέλειψε. Από τότε πίνει λίγο παραπάνω.
Η  εγκυμονούσα  Κυριακή  αποτελεί την  κεφαλή της  οικογένειας. Η οικογένεια  αποτελείται από  τον άντρα της Χρήστο και 6 μικρά παιδιά από ενός έτους μέχρι την Κωνσταντίνα 10 χρονών. Η Κωνσταντίνα,  που βρίσκεται στα όρια παιδικής -  εφηβικής ηλικίας είναι η πολύτιμη βοηθός της στη φροντίδα  των μικρών  αλλά και στη ζητιανιά.
Το βράδυ της 22ας του Μάρτη η οικογένεια  κοιμήθηκε  σε μια αποθήκη στην γειτονιά τους την Αγυιά. Τους την παραχώρησε μετά από παρακάλια μια ηλικιωμένη κυρία που τους «γνώριζε».  Λυπήθηκε την  Κυριακή που είναι  έγκυος και μάλιστα  σε  προχωρημένη εγκυμοσύνη.
Όταν τα παιδιά σηκώθηκαν, η Κυριακή τα ένιψε  με λίγο νερό από ένα πλαστικό δοχείο και σήκωσε με τη βία το Χρήστο. Αυτή τη φορά του έριξε  κάμποσο νερό στο πρόσωπο, φωνάζοντας.
-Ξύπνα  κχαντινό, έι ματό - μπεκρούλιακα.
Όταν επί τέλους ο Χρήστος σηκώθηκε, έκρυψαν το μικρό νοικοκυριό τους, φόρτωσαν τα παιδιά  στο καροτσάκι και ξεκίνησαν.
Φυσούσε ένας κρύος  βοριάς που  τους  πάγωσε. Η Κυριακή σκέπασε τα μωρά όσο καλύτερα μπορούσε και έδωσε το σύνθημα να ταχύνουν το βήμα να ζεσταθούν. Η Κωνσταντίνα και τα τρία μεσαία άρχισαν να τρέχουν. Η Κυριακή ανησύχησε που έφυγαν μπροστά, μην πεταχτεί ξαφνικά  κανένα αυτοκίνητο.  Και τότε πρόσεξε πως οι δρόμοι ήταν σχεδόν έρημοι. Αλλά και η πλατεία όταν έφτασαν,  ήταν  σχεδόν άδεια.
-Τι τρέχει σήμερα, ρε Χρήστο; Γιατί τόση ερημιά;
-Είναι πρωί. Φαγώθηκες να μας ξυπνήσεις νωρίς, γκρίνιαξε αυτός. Η Κυριακή δεν μίλησε. Ξέρει ότι δεν είναι πρωί.  Κάτι άλλο συμβαίνει.
Όπως κάθε μέρα έστειλε τα τρία μεγαλύτερα στις γωνίες της πλατείες  και η οικογένεια στήθηκε υπομονετικά.  Όταν το μεσημέρι έγινε  ταμείο, η Κυριακή ίσα που δεν έκλαψε. Δεν είχαν μαζέψει ούτε δυο ευρώ. Ακόμη και η Κωνσταντίνα, που συνήθως μαζεύει  τα περισσότερα ήρθε με άδεια χέρια. Πώς θα φάνε; Πώς θα γεμίσουν τη φιάλη;
Ήταν η 23η του  Μάρτη 2020. Από τις 6 το πρωί είχαν επιβληθεί περιορισμοί   στην κυκλοφορία  σε ολόκληρη τη χώρα. Αλλά κανείς δεν είχε ενημερώσει για αυτό την Κυριακή.
Κατά το απόγευμα η Κυριακή κτύπησε το κουδούνι της κ. Ιωάννας και  μίλησαν στο θυροτηλέφωνο.
-Η Κυριακή είμαι.
-Τι κάνεις, βρε Κυριακή;
Η κυρία Ιωάννα τα τελευταία χρόνια φροντίζει και συμβουλεύει την οικογένεια.
-Μωρέ, κυρά Ιωάννα, γιατί είναι άδειοι οι δρόμοι;  Πού  χαθήκαν οι ανθρώποι;  Μην είναι φευγάτοι για τίποτα διακοπές;
-Α, δεν το ξέρεις; Είμαστε όλοι κλεισμένοι στα σπίτια μας.
-Γιατί, τι πάθατε;
-Κυκλοφορεί μια αρρώστια, ένας κορονοϊός. Πρέπει να αποφεύγουμε ο ένας τον άλλον να μην κολλήσουμε.
-Μέχρι πότε;
-Μέχρι… μέχρι οι γιατροί να βρουν το φάρμακο.
-Και πότε θα γίνει αυτό;
-Τι να σου πω. Μπορεί να πάρει και  δυο και τρεις μήνες.
-Μήνες; Οχού, και πώς θα ζήσουμε; Πάει χαθήκαμε.  Μωρέ κυρά Ιωάννα, σήμερα διακονιά όλη μέρα… τσοριπέ, τίποτα σου λέω.  Πεινάνε τα παιδιά.
-Καλά περίμενε κάτω. Θα βγω στο μπαλκόνι.
-Νάσαι καλά, ούτε η μάννα μου.
Η κυρία Ιωάννα βγήκε στο μπαλκόνι του 2ου ορόφου με  μια πλαστική  σακούλα. Με ένα χοντρό σπάγκο την κατέβασε, φωνάζοντας.
-Μέσα έχω  ένα σαπούνι. Να πλένετε  τα χέρια σας.
Η Κυριακή ρώτησε εκείνο που την ενδιέφερε.
-Πού μπορώ να διακονέψω, κυρά Ιωάννα; Πού λες να είναι οι ανθρώποι;
-Έξω από τα σούπερ μάρκετ. Και Παρασκευή  βράδυ - Κυριακή πρωί στις εκκλησίες. Να σε ρωτήσω, βρήκατε σπίτι;
-Σ’ ένα χαμοκέλι μείναμε το βράδυ.
-Να ψάξεις να βρεις σπίτι.
-Τώρα δεν γίνεται. Όταν   πάρουμε το επίδομα.
Η οικογένεια τα τελευταία χρόνια παίρνει ένα επίδομα πολυτέκνων 1200 ευρώ το τρίμηνο. Με αυτό το επίδομα άλλαξε η ζωή τους. Άφησαν τον καταυλισμό των Ρομά  και  από τότε ζουν σε σπίτι. Έχουν αλλάξει πολλά σπίτια. Στο τελευταίο,  έκαναν τη συμφωνία να δίνουν  900 το τρίμηνο.  Πριν ένα μήνα  που πληρώθηκαν,  η Κυριακή αποφάσισε να μην δώσει όλα τα νοίκια και να αγοράσει στα τρία μεγάλα παιδιά παπούτσια, ρούχα και σχολικά είδη. Την είχε απειλήσει η δασκάλα  πως  θα τα έδιωχνε από το σχολείο.  Και τα παιδιά έπρεπε να πηγαίνουν σχολείο  για να συνεχίσει  το επίδομα.  
Τα νοίκια δεν πληρώθηκαν. Η Κυριακή ξόδεψε κάποια παραπάνω,  άρπαξε και ο Χρήστος 400, ήθελε να επισκευάσει το φορτηγάκι, είπε. Ο  ιδιοκτήτης  αγρίεψε και έβγαλε από τον εισαγγελέα απόφαση έξωσης και τους έδιωξε.  Πρόλαβαν και πήραν μόνο τα απαραίτητα. Μερικές κουβέρτες και το μαγειρείο τους: το πετρογκάζ  με τη φιάλη, και κάτι κατσαρολικά που τα φόρτωσαν  σε ένα καροτσάκι. Σε ένα άλλο  φόρτωσαν τα δυο μικρά  που δεν περπατούν ακόμη καλά. Θα  νοικιάσουν νέο σπίτι  μετά από  δυο μήνες, όταν πληρωθεί το  νέο επίδομα.
  Την Παρασκευή 27 Μάρτη το βράδυ, η Κυριακή στήθηκε από νωρίς έξω από την εκκλησία του Αγίου Κωνσταντίνου, με το μωρό στην αγκαλιά.  Έκανε κρύο και πάγωνε. Περπατούσε από γωνιά σε γωνιά να ζεσταθεί, περιμένοντας να ανοίξει η εκκλησία. Αλλά αυτή δεν άνοιξε.
Απελπισμένη  ξανακτύπησε το κουδούνι.
-Μωρέ κυρά Ιωάννα, η εκκλησία  είναι κλειστή.
-Δεν έχει χαιρετισμούς   φαίνεται.
-Την  Κυριακή θα ανοίξει;
-Δεν νομίζω.
-Και τι θα κάνω, πώς θα ζήσουμε;
-Κοίτα, Κυριακή, πρέπει να  αποφεύγετε τον κόσμο. Όλοι κινδυνεύουμε  από τον κορονοϊό. 
-Γι’ αυτό δεν κατεβαίνεις κάτω να μας μιλήσεις όπως παλιά;
-Γι αυτό. Να μένεις μέσα στο σπίτι περισσότερο,  να προστατέψεις τα παιδιά σου και το μωρό που θα γεννήσεις.
-Τι σπίτι, στο  δρόμο  είμαι.
-Όπου και να είσαι, μην το παίρνεις αψήφιστα. Να  φοβάσαι τον κορονοϊό.
-Εγώ την πείνα  φοβάμαι, κυρά Ιωάννα, όχι τον  κορονοϊό.
-Να πλένετε τα χέρια σας  με το σαπούνι.
-Πού; Σάμπως  έχω τρεχούμενο νερό;
-Στις βρύσες του δήμου. Όπου βρεις βρύση, να  πλένετε όλοι τα χέρια σας.
-Καλά, κυρά Ιωάννα.
Η  κυρία Ιωάννα αναλογίστηκε την κατάστασή της οικογένειας και έκανε μια πρόταση.
-Τι λες, δεν πατε στον ξενώνα αστέγων;  Εκεί θα μπορείς να πλένεις  τα παιδιά,  να πλυθείς και συ, στην κατάσταση που είσαι. Θέλεις να κάνω τηλεφώνημα;
Η  Κυριακή συμφώνησε. Έδειξε πως της  φάνηκε καλή ιδέα.
-Ναι, για κάνε το.
Επί τόπου η κυρία Ιωάννα πήρε τηλέφωνο τον αντιδήμαρχο. Του εξήγησε πως  έξι παιδιά  κοιμούνται στο δρόμο κι αυτός ανταποκρίθηκε, δίνοντας και τις σχετικές οδηγίες. 
-Κυριακή, ξεκίνα τώρα αμέσως. Είναι εκεί  ο κοινωνικός λειτουργός,  σε περιμένει.
Η Κυριακή πάγωσε.
-Κοινωνικός λειτουργός;
-Ναι, τι έπαθες;
-Κυρά Ιωάννα, τον φοβάμαι. Θα μου  πάρει τα παιδιά να τα πάει σε κανένα ίδρυμα. Αυτά τα παιδιά είναι όλη μου η ζωή. Αν μου τα πάρει, γιατί να ζω… Ίσα που δεν έκλαιγε. 
-Να τους πεις ότι έχεις βρει σπίτι και σε μια βδομάδα θα μπεις μέσα. Να με πάρει τηλέφωνο να το βεβαιώσω. Κατάλαβες;
-Καλά, θα δω.
Η Κυριακή δεν πήγε στον ξενώνα. Και η οικογένεια συνεχίζει να γυρίζει στους δρόμους.  Αυτό  δεν την πειράζει καθόλου.  Εκείνο που την στεναχωρεί   είναι πως οι ελάχιστοι άνθρωποι που κυκλοφορούν  αποφεύγουν και να τους κοιτάξουν.  Άσε που φορούν συνέχεια μάσκες.  Με αποτέλεσμα  η είσπραξη  κάθε μέρας να  είναι ένα τίποτα. Δεν φτάνει ούτε να φάνε Μέχρι τώρα δεν είχαν ζήσει τέτοια  φτώχεια. Η μόνη τους  ελπίδα τώρα είναι οι κάδοι των μεγάλων σούπερ μάρκετ. Εκεί  πετούν ληγμένα τρόφιμα και χαλασμένα φρούτα. Αλλά στους κάδους  τώρα  μαζεύονται πολλοί,  τσιγγάνοι και μετανάστες.
Ξανακτύπησε το κουδούνι.
-Κυρία Ιωάννα στεκόμουν έξω από το σούπερ μάρκετ και μου ζήτησαν χαρτί.  Μας βάλανε πρόστιμο 150 σε μένα και 150 στο Χρήστο. Τι πράματα είναι αυτά;
-Μην ανησυχείς, μωρέ Κυριακή, δεν πρόκειται να το πληρώσεις, της είπε να την καθησυχάσει.
-Άκουγα όλα τα χρόνια για  φτώχεια, φτώχεια. Αλλά  εμείς ποτέ δεν την καταλάβαμε. Τώρα  καταλαβαίνω τι θα πει ρομανί τσοριπέ.
-Πώς το είπες;
-Λέω, τι θα πει τσιγγάνικη φτώχεια.  Έχεις τίποτα;  Έχω τα παιδιά νηστικά.
Η μικρή Κωνσταντίνα το βράδυ φρόντισε να βάλει τα αδέρφια της για ύπνο. Η μάννα της  βρίσκεται στο νοσοκομείο να γεννήσει. Ευτυχώς είχε φροντίσει και δεν τους άφησε στο δρόμο, τους βρήκε  ένα  παλιό σπίτι. Είναι χωρίς ρεύμα και χωρίς νερό, αλλά είναι σπίτι.
Σκέφτεται τη μάννα της που αύριο μεθαύριο θα επιστρέψει με το νέο μωρό.  Το περιμένει πως και πως. Νοιώθει να πλημμυρίζει από  χαρά  που θα έχουν μαζί τους  ένα μικρό, μικρούλικο μωράκι, σαν παιχνίδι. Η μάννα της θα το βυζαίνει, και αυτή μετά θα το παίρνει αγκαλιά να το νανουρίζει.  Ανησυχεί, όμως, γιατί άκουσε μερικά πράγματα που δεν της αρέσουν.
Μια μέρα  άκουσε τη μάνα της  να λέει στην κυρία Ιωάννα.
-Το θες, μωρέ κυρά Ιωάννα, να στο χαρίσω; Δεν θα τα καταφέρω.
Δεν άκουσε τι απάντησε η κυρά Ιωάννα, αλλά από μέσα της  ευχήθηκε να μην το θέλει.  
Ούτε ο πατέρας   συμφωνεί με κάτι τέτοιο. Τον  άκουσε μια νύχτα να λέει στη μάνα της.
-Μην το χαρίσεις. Ένας Αφγανός μου ζήτησε  να το γράψει στο όνομά του, να πάρει χαρτιά. Πληρώνει μέχρι και και 500.
Και η μάννα της  είπε.
-Αυτός θα θέλει να του δώκουμε όνομα αφγανικό: Ιμπραήμ, Αλή και τέτοια. Εγώ θέλω να του δώκουμε χριστιανικό. Αν δέχεται χριστιανικό, να το κουβεντιάσουμε.
Η Κωνσταντίνα καταλαβαίνει τι σημαίνει να το χαρίσει στην κυρά Ιωάννα. Αλλά να το γράψει στον Αφγανό δεν το καταλαβαίνει. Και ό,τι δεν καταλαβαίνει τη φοβίζει. Αν το γράψουν στον Αφγανό και το πούνε Ιμπραήμ, θα μιλάει και αφγανικά. Τότε τι μωρό δικό  τους θάναι;  Όπως τα σκέφτεται καταλήγει  πως είναι καλύτερο να το χαρίσει στην κυρία, παρά να το γράψει στον Αφγανό. Αν δεχτεί η κυρία, θα μπορεί κι αυτή να μπαίνει ελεύθερα στο  σπίτι της. Τι  μεγάλη αδελφή του θα είναι;  Όχι σαν τώρα που η κυρία τους κάνει την καλή, αλλά δεν τους αφήνει να περάσουν την πόρτα της.
Ένα ροχαλητό του πατέρα της την επανέφερε στην πραγματικότητα. Τον είδε να   κοιμάται βαριά και σκέφτηκε  πως πρέπει να είναι  μεθυσμένος από το κρασί. Δεν ανησυχεί. Όταν ξυπνήσει  θάναι μια χαρά.
Η Κωνσταντίνα ξέρει  πως πρέπει να φροντίσει  την οικογένεια. Τα παιδιά πεινάνε.  Και η ίδια δεν αισθάνεται καλά, χτες το βράδυ δεν έφαγαν τίποτα.
Δεν τη φοβίζει η ζητιανιά. Όταν η μάνα της δεν είναι καλά  ή  κάποιο από τα αδέλφια της είναι άρρωστο και το πηγαίνει στο νοσοκομείο,  βγαίνει  μόνη της. Εκεί γύρω, στη  γειτονιά της, την Αγυιά. Έτσι και σήμερα ετοιμάζεται. Σκέφτεται να πάρει μαζί της και  το καροτσάκι  με το μωρό. Με το μωρό  θα πάει  καλύτερα η δουλειά. 
Δεν φοβάται που θα γυρίζει  μόνη της στους δρόμους. Απ’ εναντίας της αρέσει. Είναι μια ευκαιρία να μιλάει με  ανθρώπους, να τους κάνει σκέρτσα και χορευτικές φιγούρες  και να τους  καταφέρνει να της δίνουν κάτι.
Εκείνο που  φοβάται η  μικρή «Εσμεράλδα της Αγυιάς»  είναι  κάτι άλλο. Κάποιοι, για να της δώσουν κάτι, την τσιμπάνε  στα μικρά της στήθη  και την πονάνε. Έτσι έγινε την προηγούμενη φορά. Όταν το είπε στη μάννα της αυτή γέλασε.
-Ε, δεν έγινε και τίποτα. Αύριο  θα γίνεις γυναίκα και όλο και κάποιος θα στα πιλατεύει.
-Μα γιατί; απόρησε η Κωνσταντίνα.
-Ο Θεός γιατί μας δίνει  βυζιά νομίζεις; Μόνο για να βυζαίνουμε  τα μωρά;  Άντε πήγαινε τώρα και μη φοβάσαι.
Η Κωνσταντίνα πήρε το καροτσάκι με το μωρό και βγήκε στο δρόμο. Είναι αισιόδοξη. Ξέρει ότι οι λίγοι άνθρωποι  που θα συναντήσει  κάτι θα  δώσουν. Έχει τον τρόπο της και θα τους καταφέρει. Έστω  ένα δεκάλεπτο. Αν είναι τυχερή, θα βρεθούν και κάποιοι να δώσουν και ένα  ευρώ. Θα μαζέψει σίγουρα μέχρι το μεσημέρι πέντε έξι ευρώ, μπορεί και παραπάνω. Θα ψωνίσει ψωμί, ντομάτες και κάμποσες  φέτες τυρί να φάνε. Αν μαζέψει περισσότερα, θα αγοράσει και μια μπουκάλα κρασί. Να  την κάνει δώρο στον  πατέρα της.